.

Sunday, June 26, 2011

Adam Clarke on Michael the Archangel /

Ο Adam Clarke περί Μιχαήλ του Αρχαγγέλου



«Μιχαήλ ο Αρχάγγελος [...] Ο Ραββί Ιούδας Χακοδές λέει: "Όποτε αναφέρεται ότι εμφανίζεται ο Μιχαήλ, η δόξα της Θεϊκής Μεγαλειότητας εννοείται πάντα". [...] Φαίνεται σαν να θεωρούσαν τον Μιχαήλ κατά κάποιον τρόπο όπως εκείνοι που θεωρούν για τον Χριστό ότι κατέχει την αιώνια Υιότητα της Θεϊκής φύσης Του. [...] Η λέξη αρχάγγελος δεν εμφανίζεται ποτέ στον πληθυντικό αριθμό στις Άγιες Γραφές. Μπορεί να υπάρχει, ορθά, μόνο ένας αρχάγγελος· ένας αρχηγός ή κεφαλή όλου του αγγελικού στρατεύματος. [...] Η λέξη Μιχαήλ, αποτελείται προφανώς από τα στοιχεία "ποιος" "όμοιος" "Θεός"· εκείνος που είναι όμοιος με τον Θεό: συνεπώς πολλοί κατανοούν ότι στην Αποκάλυψη αυτό το πρόσωπο είναι ο Κύριος Ιησούς. [...] Η επιτίμηση που αναφέρει ο Ιούδας δεν αφορά στη θυσία του Ισαάκ ούτε στην ψυχή του Μωυσή· αλλά στο σώμα του Μωυσή: αλλά δεν γνωρίζουμε το γιατί και το διότι. Κάποιοι θεωρούν ότι ο διάβολος επιθυμούσε να δείξει στους Ισραηλίτες πού ήταν θαμμένος ο Μωυσής· γνωρίζοντας ότι τότε θα λάτρευαν το σώμα του· και ότι ο Μιχαήλ στάλθηκε για να αντισταθεί σε αυτή την ανακάλυψη. [...] Ο Μιχαήλ αναφέρεται ως ένας εκ των αρχηγών αγγέλων που φρόντιζαν τους Ισραηλίτες ως έθνος· θα μπορούσε συνεπώς να είναι ο άγγελος του Κυρίου, ενώπιον του οποίου στεκόταν ο Ιησούς ο Αρχιερέας, όπως αναφέρει το Ζαχ 3:1, με τον Σατανά στο δεξί χέρι του να του αντιστέκεται· δηλαδή, στο σχέδιό του για την αποκατάσταση  της ιουδαϊκής εκκλησίας και του ιουδαϊκού κράτους, το οποίο αποκαλείται από τον Ιούδα το "σώμα του Μωυσή", όπως ακριβώς η χριστιανική εκκλησία αποκαλείται από τον Παύλο το "σώμα του Χριστού"».

Saturday, June 25, 2011

A reason for the "orthodoxy" & "heresy" disputes
since the 3rd century CE /

Ένας λόγος για τις διαμάχες «ορθοδοξίας» & «αίρεσης»
από τον 3ο αιώνα Κ.Χ. κι έπειτα


The fathers of the Church, particularly Origen (c. 185-253), a school-fellow of Plotinus the founder of Neoplatonism, set about incorporating the safer parts of ancient philosophy into Christian dogma. Much of it had already found its place there unconsciously. The task was nevertheless difficult, partly owing to the very different philosophy which underlies the Old Testament. Inevitably it led to controversies in which each side claimed to be orthodox and accused the other of heresy. The great disputes and heresies of the fourth and fifth centuries which split Eastern Christianity, those of the Arians, the Nestorians, and the Monophysites, were largely on points of interpretation of Neoplatonist ideas of the nature of the soul and its relation to corruptible or incorruptible bodies.

These disputes were nominally settled by Councils of Bishops, implying a basic democracy in the Church, but usually the decision went in favour of the side that could win over the Emperor. The great Arian heresy of the fourth century on the nature of the Godhead was settled in this way at the Council of Nicaea in 325. There Athanasius imposed his implacable Trinitarian creed. Its triumph was not assured, however, until almost two centuries later when Justinian had defeated the Arian Goths.

By the fifth century a compromise between faith and philosophy was worked out by St Augustine (354-430), who produced a kind of composite between scriptural tradition and Platonism, with a strong flavour of predestination, derived from his Manichean experience, which was to dog Christianity and particularly Puritanism ever afterwards. This included the essentially Zoroastrian idea of the cosmic conflict of good and evil (Ormuzd and Ariman) with its associated ideas of the Devil and Hell-fire. The Augustinian compromise did not last; heresy followed heresy, and the work of suppressing them had to be done all over again in the Middle Ages, and ultimately failed altogether in the Reformation.


Οι πατέρες της Εκκλησίας, και ειδικότερα ο Ωριγένης (περ. 185-253), συμμαθητής του Πλωτίνου του ιδρυτή του νεοπλατωνισμού, ξεκίνησε την ενσωμάτωση των ασφαλέστερων τμημάτων της αρχαίας φιλοσοφίας στο χριστιανικό δόγμα. Αυτό συνέβη κατά το μεγαλύτερο μέρος του ασυναίσθητα. Εντούτοις, το έργο αυτό ήταν δύσκολο, ενμέρει λόγω της πολύ διαφορετικής φιλοσοφίας η οποία ενυπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη. Αναπόφευκτα οδήγησε σε διενέξεις κατά τις οποίες η κάθε πλευρά ισχυριζόταν ότι ήταν ορθόδοξη και κατηγορούσε την άλλη για αίρεση. Οι μεγάλες διενέξεις και αιρέσεις του τέταρτου και του πέμπτου αιώνα που διαίρεσαν τον ανατολικό χριστιανισμό, αυτές των Αρειανών, των Νεστοριανών και των Μονοφυσιτών, ήταν κατά κύριο λόγο σχετικά με σημεία ερμηνείας των νεοπλατωνικών ιδεών περί της φύσης και της σχέσης της με τα φθαρτά ή τα άφθαρτα σώματα.

Οι διενέξεις θεωρητικά επιλύονταν από Συνόδους Επισκόπων, γεγονός που υπονοεί μια βασική δημοκρατία εντός της Εκκλησίας, αλλά συνήθως η απόφαση λαμβανόταν υπέρ της πλευράς που κέρδιζε με το μέρος της τον αυτοκράτορα. Η μεγάλη αρειανική αίρεση του τέταρτου αιώνα περί της φύσης της Θεότητας επιλύθηκε με αυτό τον τρόπο στη Σύνοδο της Νίκαιας το 325. Εκεί ο Αθανάσιος επέβαλε το αμείλικτο τριαδικό σύμβολο πίστης του. Ο θρίαμβος του δεν κατοχυρώθηκε, όμως, παρά μόνο δύο αιώνες αργότερα όταν ο Ιουστινιανός νίκησε τους αρειανούς Γότθους.

Ως τον πέμπτο αιώνα έναν συμβιβασμό μεταξύ πίστης και φιλοσοφίας απεργάστηκε ο Αγ. Αυγουστίνος (354-430), ο οποίος παρήγαγε κάποιου είδους σύνθεση μεταξύ Γραφικής παράδοσης και πλατωνισμού, με μια ισχυρή δόση προκαθορισμού προερχόμενου από την μανιχαϊκή του εμπειρία, η οποία επρόκειτο έκτοτε να ακολουθεί αδιάκοπα τον χριστιανισμό και ειδικότερα τον πουριτανισμό. Περιλάμβανε την κατ' ουσίαν ζωροαστρική ιδέα της κοσμικής διαμάχης του καλού με το κακό (του Ωρομάσδη και του Αριμάν) με τις σχετιζόμενες ιδέες του Διαβόλου και της φωτιάς της Κόλασης. Ο αυγουστίνειος συμβιβασμός δεν κράτησε πολύ· οι αιρέσεις ακολουθούσαν η μία μετά την άλλη και το έργο της καταστολής τους έπρεπε να επαναλαμβάνεται κατά τον Μεσαίωνα και τελικά απέτυχε ολοκληρωτικά με την Μεταρρύθμιση.

* J. D. Bernal,
Science in History,
Volume 1: The Emergence of Science
,
Faber & Faber 2010 (Penguin 1969),
p./σ. 260.

Jean Daniélou:

The No-Name God in the 2nd cent. CE /

Ο Χωρίς Όνομα Θεός τον 2ο αι. K.Χ.












* Jean Daniélou / Ζαν Ντανιελού,
Gospel Message and Hellenistic Culture
[Το Ευαγγελικό Μήνυμα και ο Ελληνιστικός Πολιτισμός]
(A History of Early Christian Doctrine before the Council of Nicaea, vol./τ. 2)
,
Westminster Press 1980,
pp./σσ. 327, 339, 340.

Thursday, June 23, 2011

Γρηγόριος ο Θεολόγος:
Πότε ο φιλοσοφικός στοχασμός
σε θεολογικά ζητήματα
είναι ακίνδυνος /

Gregory the Theologian:
Philosophizing considerations
on theological matters
that are not dangerous



Βάλλε μοι Πυθαγόρου τὴν σιωπήν, καὶ τοὺς κυάμους τοὺς Ὀρφικούς, καὶ τὴν περὶ τὸ Αὐτὸς ἔφα καινοτέραν ἀλαζονείαν. Βάλλε μοι Πλάτωνος τὰς ἰδέας, καὶ τὰς μετενσωματώσεις καὶ περιόδους τῶν ἡμετέρων ψυχῶν, καὶ τὰς ἀναμνήσεις, καὶ τοὺς οὐ καλοὺς διὰ τῶν καλῶν σωμάτων ἐπὶ ψυχὴν ἔρωτας· Ἐπικούρου τὴν ἀθείαν, καὶ τὰς ἀτόμους, καὶ τὴν ἀφιλόσοφον ἡδονήν· Ἀριστοτέλους τὴν μικρολόγον πρόνοιαν, καὶ τὸ ἔντεχνον, καὶ τοὺς θνητοὺς περὶ ψυχῆς λόγους, καὶ τὸ ἀνθρωπικὸν τῶν δογμάτων· τῆς Στοᾶς τὴν ὀφρύν, τῶν Κυνῶν τὸ λίχνον τε καὶ ἀγοραῖον. Βάλλε μοι τὸ κενόν, τὸ πλῆρες τῶν ληρημάτων, ὅσα περὶ θεῶν ἢ θυσιῶν, περὶ εἰδώλων, περὶ δαιμόνων ἀγαθῶν τε καὶ κακοποιῶν, ὅσα περὶ μαντείας, θεαγωγίας, ψυχαγωγίας, ἄστρων δυνάμεως, τερατεύονται. Εἰ δὲ σὺ ταῦτα μὲν ἀπαξιοῖς λόγου, ὡς μικρά τε καὶ πολλάκις ἐληλεγμένα, περὶ δὲ τὰ σὰ στρέφῃ, καὶ ζητεῖς τὸ ἐν τούτοις φιλότιμον· ἐγώ σοι κἀνταῦθα παρέξομαι πλατείας ὁδούς. Φιλοσόφει μοι περὶ κόσμου ἢ κόσμων, περὶ ὕλης, περὶ ψυχῆς, περὶ λογικῶν φύσεων βελτιόνων τε καὶ χειρόνων, περὶ ἀναστάσεως, κρίσεως, ἀνταποδόσεως, Χριστοῦ παθημάτων. Ἐν τούτοις γὰρ καὶ τὸ ἐπιτυγχάνειν οὐκ ἄχρηστον, καὶ τὸ διαμαρτάνειν ἀκίνδυνον. Θεῷ δὲ ἐντευξόμεθα, νῦν μὲν ὀλίγα, μικρὸν δὲ ὕστερον ἴσως τελεώτερον, ἐν αὐτῷ Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.


Attack the silence of Pythagoras, and the Orphic beans, and the novel brag about “The Master said.” Attack the ideas of Plato, and the transmigrations and courses of our souls, and the reminiscences, and the unlovely loves of the soul for lovely bodies. Attack the atheism of Epicurus, and his atoms, and his unphilosophic pleasure; or Aristotle’s petty Providence, and his artificial system, and his discourses about the mortality of the soul, and the humanitarianism of his doctrine. Attack the superciliousness of the Stoa, or the greed and vulgarity of the Cynic. Attack the “Void and Full” (what nonsense), and all the details about the gods and the sacrifices and the idols and demons, whether beneficent or malignant, and all the tricks that people play with divination, evoking of gods, or of souls, and the power of the stars. And if these things seem to thee unworthy of discussion as petty and already often confuted, and thou wilt keep to thy line, and seek the satisfaction of thy ambition in it; then here too I will provide thee with broad paths. Philosophize about the world or worlds; about matter; about soul; about natures endowed with reason, good or bad; about resurrection, about judgment, about reward, or the Sufferings of Christ. For in these subjects to hit the mark is not useless, and to miss it is not dangerous. But with God we shall have converse, in this life only in a small degree; but a little later, it may be, more perfectly, in the Same, our Lord Jesus Christ, to Whom be glory for ever. Amen.




Sunday, June 19, 2011

Christians "are ready to suffer and die
in testimony to their truth;
but they do not kill" /

Οι χριστιανοί «είναι πρόθυμοι
να υποφέρουν και να πεθάνουν
ως μαρτυρία για την αλήθεια τους·
αλλά δεν σκοτώνουν»




*

The question of the attitude towards military service adopted by early Christianity has been answered in an astonishing variety of ways. This is due not to the sources which have long since been collected and often discussed, but to the modern approach, which states the question in such broad and discriminating terms, in a mode in which it never existed for the ancient Church, or for the Church in any age. The early Church had nothing whatever to say as to what non-Christians ought or ought not to do, nor had it any intention of changing the order of this passing world in a Christian sense. What it put forward in the way of concrete directions and demands was meant only for Christians. Certainly the truth can only be one at all times, and will, at some future date, alone prevail. But this world does not accept the truth to which Christians confess, even though, as the truth of the divine love, it is the salvation of every man. Christians are 'strangers' in the world; they do not wish to destroy it, but to heal it. They do, however, disturb it, since they do not let themselves be integrated into it and its chaotic laws, and so always remain an 'exception' in the world. Ethically, Christianity and paganism cannot be given a common denominator, as is evident from the way Christians explain themselves on matters of principle. If they comply with and accept some factor in the outside world, that does not mean that they approve it; it is simply that they cannot change the world and make it the Church. At the same time, if definite obligations are imposed on Christians by the Church and treated as self-evident, that does not mean that they are intended as principles to which all law must conform; it is simply that they cannot commit themselves wholly to the law of this world.

This explains the seemingly inconsistent ways in which the ancient Church judged war and military service. Not a single one of the Fathers doubted that, in the world as it is, war is inevitable, and, consequently, they saw no reason to condemn the military profession in particular. It is of the very essence of the world to be obliged to shed blood—whether in war, or by legal process (the two are nearly always taken together in this connection). It is only by force that external peace is preserved, for which Christians also are grateful. For this reason, they pray not only for rulers, but also for the army and its success in war. They themselves, however, would not have anything to do with war service. The world may need its Caesars, but no emperor can be a Christian nor a Christian ever be an emperor. The Church knows no war; the military organizations in the world are not necessary on her account. Christians are peacemakers and adhere to the commandments in the Sermon on the Mount. They are ready to suffer and die in testimony to their truth; but they do not kill. The military requirements of bravery, moderation, and obedience they practise figuratively in a war wherein God himself has supreme command; these are now 'spiritual' virtues.


Το ζήτημα της στάσης προς την στρατιωτική υπηρεσία που υιοθέτησαν οι πρώτοι χριστιανοί έχει απαντηθεί με εντυπωσιακά ποικίλους τρόπους. Αυτό συνέβη όχι εξαιτίας των πηγών οι οποίες προ καιρού έχουν συγκεντρωθεί και έχουν συχνά εξεταστεί αλλά εξαιτίας της σύγχρονης προσέγγισης, η οποία θέτει το ζήτημα με τόσο ευρείς και διακεκριμένους όρους, με τρόπο που ποτέ δεν τέθηκε στην αρχαία Εκκλησία ή στην Εκκλησία σε οποιαδήποτε εποχή. Η πρώτη Εκκλησία δεν είχε απολύτως τίποτα να πει για το τι θα έπρεπε να κάνουν ή να μην κάνουν οι μη χριστιανοί ούτε είχε καμία πρόθεση να αλλάξει την τάξη αυτού του παρερχόμενου κόσμου σύμφωνα με την χριστιανική αντίληψη. Αυτό που πρόβαλε με τη μορφή σαφών κατευθύνσεων και απαιτήσεων απευθυνόταν μόνο προς τους χριστιανούς. Βέβαια η αλήθεια μόνο μία μπορεί να είναι σε κάθε εποχή και πρόκειται μόνο αυτή να επικρατήσει σε κάποιο μελλοντικό χρόνο. Αλλά αυτός ο κόσμος δεν δέχεται την αλήθεια που ομολογούν οι χριστιανοί, παρά το ότι, καθώς πρόκειται για την αλήθεια της θεϊκής αγάπης, αποτελεί τη σωτηρία κάθε ανθρώπου. Οι χριστιανοί είναι "ξένοι" στον κόσμο· δεν επιδιώκουν να τον καταστρέψουν αλλά να τον θεραπεύσουν. Παρ' όλα αυτά, πράγματι τον διαταρράσουν, καθώς δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να ενσωματωθεί σε αυτόν και τους χαώδεις νόμους του κι έτσι πάντα παραμένουν μια "εξαίρεση" μέσα στον κόσμο. Από ηθικής έποψης, ο χριστιανισμός και ο παγανισμός δεν μπορούν να έχουν κοινό παρονομαστή, όπως γίνεται φανερό από τον τρόπο που οι χριστιανοί παρέχουν εξηγήσεις σε θέματα αρχών. Αν συμμορφώνονται και αποδέχονται κάποιον θεσμό του έξω κόσμου, αυτό δεν σημαίνει ότι τον επιδοκιμάζουν· είναι απλώς ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο και να τον καταστήσουν Εκκλησία. Ταυτόχρονα, αν ορισμένες υποχρεώσεις επιβάλλονται στους χριστιανούς από την Εκκλησία και θεωρούνται αυτονόητες, αυτό δεν σημαίνει ότι προορίζονταν ως αρχές στις οποίες θα έπρεπε να προσαρμοστεί κάθε νόμος· είναι απλώς ότι δεν μπορούν να δεσμευτούν ολοκληρωτικά απέναντι στο νόμο αυτού του κόσμου.

Έτσι εξηγούνται οι φαινομενικά ασυνεπείς τρόποι με τους οποίους η αρχαία Εκκλησία έκρινε τον πόλεμο και την στρατιωτική υπηρεσία. Κανένας από τους Πατέρες δεν αμφισβήτησε ότι, στον κόσμο αυτό, ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος και συνεπώς δεν έβλεπαν κανένα λόγο ώστε να καταδικάσουν συγκεκριμένα το επάγγελμα του στρατιωτικού. Είναι αναπόσπαστο κομμάτι του κόσμου αυτού η υποχρέωση να χύνει αίμα—είτε στον πόλεμο είτε μέσω νομικών διαδικασιών (αυτά τα δύο σχεδόν πάντα τοποθετούνται μαζί σε αυτό τον συσχετισμό). Μόνο διά της βίας διατηρείται η εξωτερική ειρήνη, και για την οποία οι Χριστιανοί είναι ευγνώμονες. Γι' αυτό το λόγο, προσεύχονται όχι μόνο για τους άρχοντες αλλά επίσης για τον στρατό και για την επιτυχία του στον πόλεμο. Οι ίδιοι, όμως, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την υπηρεσία στον πόλεμο. Ο κόσμος έχει ανάγκη τους Καίσαρές του αλλά κανένας αυτοκράτορας δεν μπορεί να είναι χριστιανός ούτε ένας χριστιανός μπορεί να είναι αυτοκράτορας. Η Εκκλησία δεν γνωρίζει καθόλου τον πόλεμο· οι στρατιωτικές οργανώσεις του κόσμου δεν είναι καθόλου αναγκαίες για χάρη της. Οι χριστιανοί είναι ειρηνοποιοί και προσκολλούνται στις εντολές της Επί του Όρους Ομιλίας. Είναι πρόθυμοι να υποφέρουν και να πεθάνουν ως μαρτυρία για την αλήθεια τους· αλλά δεν σκοτώνουν. Τις στρατιωτικές απαιτήσεις της ανδρείας, της μετριοπάθειας και της υπακοής τις εφαρμόζουν μεταφορικά στον πόλεμο όπου ο ίδιος ο Θεός έχει το γενικό πρόσταγμα· αυτές είναι πλέον "πνευματικές" αρετές.


* Hans von Campenhausen,
Tradition and Life in the Church
[Παράδοση και Ζωή στην Εκκλησία],
(transl. by / μετάφραση υπό A. V. Littledale),
Philadelphia: Fortress Press 1968,
pp./σσ. 160, 161.




Sunday, June 12, 2011

Medieval Christian movements:
"Rejecting marriage"
or insisting on virginity before marriage? /

Μεσαιωνικά χριστιανικά κινήματα:
"Απέρριπταν το γάμο"
ή απαιτούσαν παρθενία πριν το γάμο;






All marriage they call fornication except that contracted between virgins, male and female, basing this belief on the words with which the Lord answered the Pharisees, "What therefore God hath joined together, let no man put asunder," as though God had joined only such [i.e. virgins] in likeness to the union of the first of mankind. They also base their belief on His reply to the same persons, who raised objections to Him about a bill of divorce commanded by Moses: "From the beginning it was not so," and also on the words which follow in the same passage, "He that shall marry her that is put away committeth adultery"; and on the words of the Apostle, "Marriage [is] honorable in all and the bed undefiled."

Αποκαλούν πορνεία κάθε γάμο εκτός από εκείνον που συνάπτεται μεταξύ δύο παρθένων, άνδρα και γυναίκας, βασίζοντας αυτή την πεποίθηση στα λόγια με τα οποία ο Κύριος αποκρίθηκε στους Φαρισαίους, "Αυτό λοιπόν που ο Θεός συνέζευξε, να μην το χωρίζει άνθρωπος", σαν να πρόκειται ο Θεός να ενώνει μόνο τέτοιους (δηλ. παρθένους) κατά την ομοιότητα της ένωσης των πρώτων ανθρώπων. Βασίζουν επίσης την πεποίθησή τους στην απάντησή Του στα ίδια άτομα, τα οποία ήγειραν αντιρρήσεις προς Αυτόν σχετικά με το διαζευκτήριο έγγραφο που έδωσε εντολή ο Μωυσής: "Εξαρχής δεν συνέβαινε έτσι" και επίσης στα λόγια που ακολουθούν στο ίδιο απόσπασμα, "Όποιος παντρευτεί διαζευγμένη γυναίκα μοιχεύει" και στα λόγια του Αποστόλου, "Ο γάμος [είναι] αξιότιμος μεταξύ όλων, και το κρεβάτι αμόλυντο".

* An appeal from Eberwin of Steinfeld against heretics [i.e. a Cathar/Bogomil bishop and his companion, who were examined and burnt] at Cologne, 1143 /
Αίτημα από τον Έμπερβιν του Στάινφελντ κατά των αιρετικών [δηλ. ενός επισκόπου και του συνοδού του που ήταν Καθαροί/Βογόμιλοι και οι οποίοι ανακρίθηκαν και κάηκαν στην πυρά] στην Κολωνία το 1143.


# Eberwin of Steinfeld,
Epistola ad S. Bernardum,
PL 182:679.

Translation of / Μετάφραση υπό W.L. Wakefield and A.P. Evans,
Heresies of the High Middle Ages,
New York and London: Columbia University Press 1969,
p./σ. 131.


Wednesday, June 8, 2011

Το απώτατο άκρο της απάθειας
κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή /

The farest point of apathy
according to Maximus the Confessor




Ὁ τέλειος ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς ἄκρον ἀπαθείας ἐλθὼν οὐκ ἐπίσταται διαφορὰν ἰδίου καὶ ἀλλοτρίου ἢ ἰδίας καὶ ἀλλοτρίας ἢ πιστοῦ καὶ ἀπίστου ἢ δούλου καὶ ἐλευθέρου ἢ ὅλως ἄρσενος καὶ θηλείας· ἀλλ’ ἀνώτερος τῆς τῶν παθῶν τυραννίδος γενόμενος καὶ εἰς τὴν μίαν φύσιν τῶν ἀνθρώπων ἀποβλεπόμενος, πάντας ἐξ ἴσου θεωρεῖ καὶ πρὸς πάντας ἴσως διάκειται. Οὐκ ἔστι γὰρ ἐν αὐτῷ Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος οὐδὲ ἄρσεν καὶ θῆλυ οὐδὲ δοῦλος καὶ ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.

Αυτός που είναι πλήρης από αγάπη και έχει φτάσει στο σημείο να νεκρώσει ολοκληρωτικά τα ψυχικά πάθη του δεν θεωρεί ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ εκείνου που του ανήκει και του ξένου ή μεταξύ εκείνης που του ανήκει  και της ξένης ή μεταξύ πιστού και άπιστου ή μεταξύ δούλου και ελεύθερου ή οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ άντρα και γυναίκας· αλλά καθώς έχει  γίνει ανώτερος από την τυραννική εξουσία των παθών και αποβλέπει στη μοναδική φύση του ανθρώπου, τους αντιμετωπίζει όλους με ίσο τρόπο και συμπεριφέρεται με ίσο τρόπο σε όλους. Δεν υπάρχει, λοιπόν, για αυτόν ειδωλολάτρης και ιουδαίος ούτε αρσενικό και θηλυκό ούτε δούλος και ελεύθερος, αλλά όλα τα πράγματα και σε όλα τα πράγματα είναι ο Χριστός.

*Μάξιμος ο Ομολογητής / Maximus the Confessor,
Κεφάλαια περί αγάπης
/ Capita de caritate 2:30
,
έκδ. A. Ceresa-Gastaldo, Massimo confessore,
Capitoli sulla carita. Rome: Editrice Studium, 1963.
Also: / Επίσης: MPG τ. 90 στ. 993B.

Tuesday, June 7, 2011

The Assyrian Dictionary
of the Oriental Institute
of the University of Chicago (CAD)
available on-line for downloading





The Assyrian Dictionary of the Oriental Institute of the University of Chicago (CAD)


Editor-in-Charge:
Martha T. Roth
Editorial Board:
Robert D. Biggs, John A. Brinkman, Miguel Civil, Walter Farber, Erica Reiner, Martha T. Roth, Matthew W. Stolper.



Volume Pagination Date ISBN Price
Volume 1, A, part 1 xxxvi + 392 1964 0-918986-06-0 $60.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 1, A, part 2 xx + 531 1968 0-918986-07-9 $80.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 2, B xviii + 366 1965 0-918986-08-7 $60.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 3, D xiv + 203 1959 0-918986-09-5 $50.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 4, E xiv + 435 1958 0-918986-10-9 $70.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 5, G xii + 158 1956 0-918986-11-7 $45.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 6, H [Het] xiii + 266 1956 0-918986-12-5 $50.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 7, I/J xv + 331 1960 0-918986-13-3 $60.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 8, K xix + 617 1971 0-918986-14-1 $80.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 9, L xx + 259 1973 0-918986-15-X $55.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 10, M, part 1 xxiv + 441 1977 0-918986-16-8 $130.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 10, M, part 2 xx + 324 1977 0-918986-16-8 Download PDF Terms of Use
Volume 11, N, part 1 xxiii + 382 1980 0-918986-17-6 $130.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 11, N, part 2 xxi + 357 1980 0-918986-17-6 Download PDF Terms of Use
Volume 12, P xxx + 559 2005 1-885923-35-X $130.00 Purchase BookDownload PDF Terms of Use
Volume 13, Q xxiv + 332 1982 0-918986-24-9 $70.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 14, R xxx + 441 1999 1-885923-14-7 $95.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 15, S xxiv + 428 1984 0-918986-40-0 $80.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 16, S [Tsade] xv + 262 1962 0-918986-18-4 $65.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 17, S [Shin], part 1 xxviii + 492 1989 0-918986-55-9 $75.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 17, S [Shin], part 2 xxviii + 453 1992 0-918986-78-8 $70.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 17, S [Shin], part 3 xxxiv + 420 1992 0-918986-79-6 $95.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 18, T xxx + 500 2006 1-885923-42-2 $145.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 19, T [Tet] xxxii + 167 2006 1-885923-43-0 $105.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 20, U/W xxxi + 411 2010 1-885923-78-3 $150.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use
Volume 21, Z xv + 170 1961 0-918986-19-2 $45.00 Purchase Book Download PDF Terms of Use

† sold as set with pt. 1

The CAD project was initiated in the early 1920s, not long after James Henry Breasted founded the Oriental Institute in 1919, and barely one hundred years after the decipherment of the cuneiform script. This initial decipherment, and the soon-to-follow achievements in understanding the languages in which the hundreds of thousands of clay tablets were inscribed, opened an unsuspected treasure-house for the study and appreciation of one of the world's oldest civilizations.

The Chicago Assyrian Dictionary was conceived to provide more than lexical information alone, more than a one-to-one equivalent between Akkadian and English words. By presenting each word in a meaningful context, usually with a full and idiomatic translation, it recreates the cultural milieu and thus in many ways assumes the function of an encyclopedia. Its source material ranges in time from the third millennium b.c. to the first century a.d., and in geographic area from the Mediterranean Sea in the west to the Zagros Mountains in the east.

With sixteen of the projected twenty-one volumes published and the remaining volumes in various stages of preparation, with close to two million file cards - a database which is continually updated and which is accessible to scholars and students who wish to consult it - the Chicago Assyrian Dictionary has become an invaluable source for the study of the civilizations of the ancient Near East, their political and cultural history, their achievements in the sciences of medicine, astronomy, mathematics, and linguistics, and not least the timeless beauty of their poetry.

Revised: April 13, 2011


http://oi.uchicago.edu