This interpretation [of “realised eschatology”] would alone be feasible at the cost of the complete removal of every apocalyptic idea from the preaching of Jews about the Kingdom of God. But the message of Jesus has only to show agreement in one single characteristic element with the apocalyptic conception of the future Kingdom of God, and the proposition of a Kingdom of God being already realised in the present is rendered thereby completely problematic. For the apocalyptic Kingdom of God is the New Age of the supernatural consummation of the world, and this means a new world-order, which is realisable only through supernatural occurrences and it signifies the end of the existing natural world. According to the original Synoptic evidence, Jesus was in fact wholly at one with late-Jewish apocalyptic in this fundamental outlook.
It may fairly be asked what should the words of Jesus about a future “entering into the Kingdom” and a future “sitting at table in the Kingdom”, etc., mean, if the Kingdom of God did not signify a world-order and a form of material existence? Jesus spoke expressly of it as the “coming Age”, connecting it with those peculiar supernatural events through which the apocalyptic doctrine of the New Age would be realised—the Messianic affliction, the glorious Parousia of the “Son of Man” on the clouds of heaven, the General Resurrection of the dead, the eschatological World-Judgement, the overthrow of the daemonic powers, the transformation of all things, and the mode of existence of which the companions of the Son of Man were to partake in the Kingdom of God. Accordingly for Jesus the irruption of the Kingdom of God signified the end of the present natural world. And that meant in turn that, from his point of view, the Kingdom of God was not a present reality so long as these supernatural events of its final irruption remained unaccomplished. Indeed for Jesus there had been no “realised eschatology”.
Η μόνη περίπτωση επιβίωσης αυτής της ερμηνείας [τής «πραγματοποιημένης εσχατολογίας»] θα ήταν με κόστος την πλήρη απομάκρυνση κάθε αποκαλυπτικής ιδέας από το κήρυγμα των Ιουδαίων σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού. Αλλά το άγγελμα του Ιησού έχει να επιδείξει αποκλειστική συμφωνία στο ένα και μοναδικό χαρακτηριστικό στοιχείο της αποκαλυπτικής αντίληψης περί της μελλοντικής Βασιλείας του Θεού, και η άποψη περί Βασιλείας του Θεού η οποία είναι ήδη πραγματοποιημένη στο παρόν καθίσταται κατά συνέπεια εντελώς προβληματική. Διότι η αποκαλυπτική Βασιλεία του Θεού είναι η Νέα Εποχή της υπερφυσικής συντέλειας του κόσμου, και αυτό σημαίνει μια νέα παγκόσμια τάξη, η οποία είναι πραγματοποιήσιμη μόνο μέσω υπερφυσικών συμβάντων και η οποία σημειώνει το τέλος του παρόντος φυσικού κόσμου. Σύμφωνα με την αυθεντική Συνοπτική μαρτυρία, ο Ιησούς ήταν στην πραγματικότητα σε απόλυτη συμφωνία με τον ύστερο ιουδαϊκό αποκαλυπτικισμό σε αυτή τη θεμελιώδη οπτική.
Θα μπορούσε δικαιολογημένα να τεθεί το ερώτημα: Τι σήμαιναν τα λόγια του Ιησού σχετικά με τη μελλοντική “είσοδο στη Βασιλεία” και το μελλοντικό “κάθισμα στο τραπέζι στη Βασιλεία”, κλπ, αν η Βασιλεία του Θεού δεν υποδήλωνε μια παγκόσμια τάξη και κάποιου είδους υλική ύπαρξη; Ο Ιησούς μίλησε συγκεκριμένα για αυτήν ώς τον “μέλλοντα Αιώνα/μελλοντική Εποχή”, συνδέοντάς την με εκείνα τα συγκεκριμένα υπερφυσικά γεγονότα μέσω των οποίων το αποκαλυπτικό δόγμα της Νέας Εποχής θα πραγματοποιούνταν—η μεσσιανική θλίψη, η ένδοξη Παρουσία του “Γιου του Ανθρώπου” στα σύννεφα του ουρανού, η Γενική Ανάσταση των νεκρών, η εσχατολογική Παγκόσμια Κρίση, η ανατροπή των δαιμονικών δυνάμεων, η μεταμόρφωση των πάντων, και ο τρόπος ύπαρξης με τον οποίο οι σύντροφοι του Γιου του Ανθρώπου πρόκειται να συμμετάσχουν στη Βασιλεία του Θεού. Επομένως για τον Ιησού η εισβολή της Βασιλείας του Θεού θα σημείωνε το τέλος του παρόντος φυσικού κόσμου. Και αυτό θα σήμαινε με τη σειρά του ότι, μέσα από τη δική του οπτική, η Βασιλεία του Θεού δεν ήταν μια παρούσα πραγματικότητα ενόσω αυτά τα υπερφυσικά γεγονότα της τελικής εισβολής της θα παρέμεναν ανολοκλήρωτα. Πράγματι, για τον Ιησού δεν υπήρξε κανενός είδους «πραγματοποιημένη εσχατολογία».
* Martin Werner,
The formation of Christian dogma
[Η διαμόρφωση του χριστιανικού δόγματος],
translated by S. G. F.. Brandon.
New York: Harper & Brothers, 1957,
p./σ. 14.
Source: Peribiblicum
μια απόπειρα επιστημονικής προσέγγισης της ανθρώπινης θρησκευτικότητας
an attempt for a scientific approach of human religiosity
"Sedulo curavi humanas actiones non ridere, non lugere, neque detestari, sed intelligere"
—Spinoza, Tractatus Politicus 1:4
⏳ ⌛ First post: October 30, 2008 / Πρώτη ανάρτηση: 30 Οκτωβρίου 2008
.
Monday, January 9, 2017
Realizing
what is “realised eschatology” /
Κατανοώντας
την «πραγματοποιημένη εσχατολογία»
what is “realised eschatology” /
Κατανοώντας
την «πραγματοποιημένη εσχατολογία»
Thursday, February 28, 2013
Ο χιλιετισμός του Παπία /
The millennialism of Papias
The millennialism of Papias
Καὶ ἄλλα δὲ ὁ [Παπίας] ὡς ἐκ παραδόσεως ἀγράφου εἰς αὐτὸν ἥκοντα παρατέθειται ξένας τέ τινας παραβολὰς τοῦ σωτῆρος καὶ διδασκαλίας αὐτοῦ καί τινα ἄλλα μυθικώτερα· ἐν οἷς καὶ χιλιάδα τινά φησιν ἐτῶν ἔσεσθαι μετὰ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν͵ σωματικῶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας ἐπὶ ταυτησὶ τῆς γῆς ὑποστησομένης· ἃ καὶ ἡγοῦμαι τὰς ἀποστολικὰς παρεκδεξάμενον διηγήσεις ὑπολαβεῖν͵ τὰ ἐν ὑποδείγμασι πρὸς αὐτῶν μυστικῶς εἰρημένα μὴ συνεορακότα. σφόδρα γάρ τοι σμικρὸς ὢν τὸν νοῦν͵ ὡς ἂν ἐκ τῶν αὐτοῦ λόγων τεκμηράμενον εἰπεῖν͵ φαίνεται͵ πλὴν καὶ τοῖς μετ΄ αὐτὸν πλείστοις ὅσοις τῶν ἐκκλησιαστικῶν τῆς ὁμοίας αὐτῷ δόξης παραίτιος γέγονεν τὴν ἀρχαιότητα τἀνδρὸς προβεβλημένοις͵ ὥσπερ οὖν Εἰρηναίῳ καὶ εἴ τις ἄλλος τὰ ὅμοια φρονῶν ἀναπέφηνεν.
The same writer [Papias] adduces other accounts, as though they came to him from unwritten tradition, and some strange parables and teachings of the Saviour, and some other more mythical accounts. Among them he says that there will be a millennium after the resurrection of the dead, when the kingdom of Christ will be set up in material form on this earth. I suppose that he got these notions by a perverse reading of the apostolic accounts, not realizing that they had spoken mystically and symbolically. For he was a man of very little intelligence, as is clear from his books. But he is responsible for the fact that so many Christian writers after him held the same opinion, relying on his antiquity, for instance Irenaeus and whoever else appears to have held the same views.
[Engl. transl. K. Lake (LOEB) pp. 295, 297.]
The same writer [Papias] gives also other accounts which he says came to him through unwritten tradition, certain strange parables and teachings of the Saviour, and some other more mythical things. To these belong his statement that there will be a period of some thousand years after the resurrection of the dead, and that the kingdom of Christ will be set up in material form on this very earth. I suppose he got these ideas through a misunderstanding of the apostolic accounts, not perceiving that the things said by them were spoken mystically in figures. For he appears to have been of very limited understanding, as one can see from his discourses. But it was due to him that so many of the Church Fathers after him adopted a like opinion, urging in their own support the antiquity of the man; as for instance Irenæus and any one else that may have proclaimed similar views.
[Engl. transl. Schaff (NPNF2-01) p. 172.]
Ευσέβιος / Eusebius,
Εκκλησιαστική ιστορία / Church history 3:38/39.
Thursday, December 29, 2011
Η Βασιλεία του Θεού:
Βίαιη ανατροπή
ή βαθμιαία χριστιανοποίηση
του κόσμου; /
The Kingdom of God:
Violent overthrow
or gradual Christianization
of the world?
Βίαιη ανατροπή
ή βαθμιαία χριστιανοποίηση
του κόσμου; /
The Kingdom of God:
Violent overthrow
or gradual Christianization
of the world?
Στ. Ζουμπουλάκης (επιμ.), Η μεσσιανική ιδέα και οι μεταμορφώσεις της. Από την Παλαιά Διαθήκη ως τους πολιτικούς μεσσιανισμούς του 20ου αιώνα (Συναντήσεις 1), εκδ. ΑΡΤΟΣ ΖΩΗΣ, Αθήνα 2011. |
Ο εισηγητής [Αντ. Πινακούλας] ξεκινάει αναφερόμενος στην ιδέα της Βασιλείας του Θεού. Κατά την άποψή του, αυτή εμφανίζεται συνήθως με δύο τρόπους:
«Είτε ως χιλιαστική προσδοκία βίαιης ανατροπής του αμαρτωλού κόσμου είτε ως πρόγραμμα βαθμιαίας χριστιανοποίησής του» (σελ. 129).Πράγματι, θα συμφωνήσω ότι ο χριστιανικός χιλιασμός, στη γνήσια μορφή του, σημαίνει τη βίαιη ακύρωση και αντικατάσταση των ανθρώπινων κυβερνήσεων από την ουράνια κυβέρνηση. Ενώ στη δεύτερη περίπτωση θεωρείται ότι η ουράνια κυβέρνηση εκφράζεται μέσω των ανθρώπινων κυβερνήσεων. Εν προκειμένω, ο
«βυζαντινός μεσσιανισμός είναι η συνείδηση των κατοίκων του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους ότι η αυτοκρατορία ήταν η πραγμάτωση του χριστιανικού ιδεώδους από τη στιγμή που την κυβέρνησή της ανέλαβαν οι χριστιανοί» (σελ. 130).Βέβαια, ένα καλό ερώτημα είναι πώς και γιατί έγινε η μετάβαση από τον χιλιασμό στον βυζαντινό μεσσιανισμό. Ο εισηγητής αναφέρει ότι την οδό προετοίμασαν Πατέρες όπως ο Μελίτων Σαρδέων και ο Ωριγένης. Τούτοι υποστήριξαν την κοινή μοίρα και τη σύγκλιση μεταξύ Αυτοκρατορίας και Εκκλησίας κατά τη βούληση του Θεού, έτσι ώστε να μπορεί να λεχθεί μάλιστα ότι οι διωγμοί δεν αποτέλεσαν παρά ατυχήματα λόγω άγνοιας της εξουσίας (σελ. 131, 134). Ο εισηγητής παρατηρεί ότι αυτή η αντίληψη
«κυοφορήθηκε για έναν αιώνα μετά τη διάψευση ενός επικείμενου τέλους της ιστορίας, που προσδιοριζόταν στην αρχή στα όρια μιας γενιάς» (σελ. 133).Πράγματι, φαίνεται ότι η απογοήτευση για το ότι δεν εγκαθιδρύθηκε η χιλιετής βασιλεία του Θεού τόσο σύντομα όσο αναμενόταν άνοιξε τον δρόμο για την «επανερμηνεία» του μεσσιανισμού (Βλ. Ματθαίος 25:5· Λουκάς 20:11, 12). Ως αποτέλεσμα, με τον καιρό, παρά την αρχική «αρνητική θεώρηση του ρωμαϊκού κράτους», «χρωματίζεται όλο και πιο θετικά η θέση του ανάμεσα στον παρόντα χρόνο και σε εκείνον του Αντιχρίστου» (σελ. 141).
Thursday, November 10, 2011
Udo Schnelle:
Jesus' proclaim of the Kingdom
in the current political environment /
Η διακύρυξη της Βασιλείας από τον Ιησού
εντός του σύγχρονου πολιτικού περιβάλλοντος
Jesus' proclaim of the Kingdom
in the current political environment /
Η διακύρυξη της Βασιλείας από τον Ιησού
εντός του σύγχρονου πολιτικού περιβάλλοντος
* Udo Schnelle,
Theology of the New Testament
[Η θεολογία της Καινής Διαθήκης],
Baker Academic, 2009,
pp./σσ. 90, 91.
Sunday, January 23, 2011
Greek Apologists of the 2nd cent.:
What is the Kingdom of God? /
Οι Έλληνες Απολογητές του 2ου αι.:
Τι είναι η Βασιλεία του Θεού;
What is the Kingdom of God? /
Οι Έλληνες Απολογητές του 2ου αι.:
Τι είναι η Βασιλεία του Θεού;
«In the setting of Justin's theological and apologetic ideas there could be little room for a doctrine of the kingdom of God on earth. He was well aware of the failure of two Jewish revolts, and while he accepted the apocalyptic prediction of the millennium at Jerusalem after the resurrection of the flesh, he also insisted that the expected kingdom was "with God" and not merely "human." Similarly, according to Hegesippus, the grand‐ nephews of Jesus maintained that the kingdom of the Messiah was "not of the world or earthly, but heavenly and angelic" and would appear at the end of the world.
Gnostics also held that the kingdom of the Father or of Christ was not political. Marcion, for example, claimed that "in the Gospel the kingdom of God is Christ himself." We find obscure parables of the kingdom in the Gospel of Thomas, whose author says that the kingdom is "inside you" and "outside you" (saying 3), while Basilides used the term "kingdom" for the rational state of the soul.Later apologists did not mention the kingdom, though they may have interpreted it in relation to the Roman empire. We shall see that Melito viewed empire and church as providentially growing up together, while Theophilus believed that God had given the Romans their power.»
[«Στα πλαίσια των θεολογικών και απολογητικών ιδεών του Ιουστίνου δεν θα μπορούσε να έχει θέση το δόγμα της βασιλείας του Θεού στη γη. Γνώριζε καλά την αποτυχία των δύο ιουδαϊκών εξεγέρσεων και, ενώ αποδεχόταν την αποκαλυπτική πρόρρηση για την χιλιετία στην Ιερουσαλήμ μετά την σωματική ανάσταση, επέμενε επίσης ότι η αναμενόμενη βασιλεία ήταν "με τον Θεό" και όχι απλά "ανθρώπινη". Παρόμοια, σύμφωνα με τον Ηγήσιππο, οι γιοι των ανηψιών του Ιησού διακρατούσαν την άποψη ότι η βασιλεία του Μεσσία "δεν ήταν από τον κόσμο ή επίγεια, αλλά ουράνια και αγγελική" και ότι επρόκειτο να εμφανιστεί κατά το τέλος του κόσμου.
Οι Γνωστικοί επίσης διακρατούσαν την άποψη ότι η βασιλεία του Πατέρα ή του Χριστού δεν ήταν πολιτική. Ο Μαρκίων, για παράδειγμα, ισχυριζόταν ότι "στο Ευαγγέλιο η βασιλεία του Θεού είναι ο ίδιος ο Χριστός". Ασαφείς παραβολές για τη βασιλεία βρίσκονται στο Ευαγγέλιο του Θωμά, ο συγγραφέας του οποίου λέει ότι η βασιλεία είναι "εντός σας" και "εκτός σας" (λόγιο 3), ενώ ο Βασιλείδης χρησιμοποίησε τον όρο "βασιλεία" όσον αφορά τη λογική κατάσταση της ψυχής.
Μεταγενέστεροι απολογητές δεν ανέφεραν τη βασιλεία, μολονότι είναι δυνατό να την ερμήνευαν σε σχέση με την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Βλέπουμε τον Μελίτωνα να θεωρεί την αυτοκρατορία και την εκκλησία ως αναπτυσσόμενες μαζί σύμφωνα με τη θεία πρόνοια, ενώ ο Θεόφιλος πίστευε ότι ο Θεός είχε δώσει την εξουσία στους Ρωμαίους».]
* Robert M. Grant,
Greek Apologists of the Second Century
[Οι Έλληνες Απολογητές του Δεύτερου Αιώνα],
The Westminster Press, 1988,
p./σ. 64.
Monday, June 21, 2010
Ευσέβιος & Εσχατολογία / Eusebius & Eschatology
«Eusebius' own theological interest is clearly much more directed to the present, where he sees God's saving work throughout history as culminated in the Church's new-found freedom. After the cleansing chastisement of the Great Persecution (ΗE 8.1), God's Church has now finally been established in peace, through the instrumentality of Constantine, God's chosen servant (Vita Const 1.24). In Constantine's rule, Eusebius finds a new kind of "realized eschatology," a foretaste of the eternal Kingdom: "God -that God, I say, who is the common Savior of all - having treasured up with himself, for those who love godliness, greater blessings than human thought has conceived, gives the pledge and first-fruits of future rewards even here, assuring in some sense immortal hopes to mortal eyes" (Vita Const 1.33; cf. Laus Const 3.5).
This strong sense of the present reality of salvation within the political and historical order makes Eusebius noticeably suspicious of the apocalyptic side of earlier eschatology. His contempt for millenarians like Papias or Nepos of Arsinoe is apparent (HE 3.39.13; 7.24.1), and he is himself noncommittal about the authenticity and canonicity of the Apocalypse of John (HE 3.24.18-25.4).
God's retribution, both positive and negative, takes place, in Eusebius' eyes, within history as well as after it. For Herod's terrible crime of slaughtering the innocents, for instance, "divine justice overtook him while still alive, giving him a foretaste of what awaited him in the next world" (HE 1.8.4). As the earthly kingdom takes on, for Eusebius, more and more characteristics of the Kingdom of promise, the future hopes of the Church become simply a two-dimensional backdrop for the theatre of human history, where human actors corrupt or realize God's gift of salvation, build Christ's ideal society or hinder its coming. For his de-emphasis of eschatology as well as for his reading of the past, Eusebius has been called with some justice "the first political theologian in the Christian Church."»
[«Το θεολογικό ενδιαφέρον του Ευσέβιου ξεκάθαρα κατευθύνεται προς το παρόν, όπου βλέπει το σωτήριο έργο του Θεού διαμέσου της ιστορίας να αποκορυφώνεται στην νεοαποκτηθείσα ελευθερία της Εκκλησίας. Μετά την καθαρτήρια τιμωρία του Μεγάλου Διωγμού (Εκκλ. Ιστ. 8:1), η Εκκλησία του Θεού έχει σταθεροποιηθεί με ειρήνη, χρησιμοποιώντας τον Κωνσταντίνο ως όργανο, τον εκλεκτό δούλο του Θεού. (Βίος Κωνστ. 1:24) Στη διακυβέρνηση του Κωνσταντίνου ο Ευσέβιος βρίσκει ένα νέο είδος «πραγματοποιημένης εσχατολογίας», μια πρόγευση της αιώνιας Βασιλείας: «Ο Θεός -αυτός ο Θεός, λέω, που είναι ο κοινός Σωτήρας όλων μας- έχοντας φυλάξει στον εαυτό του, για εκείνους που αγαπούν τη θεοσέβεια, μεγαλύτερες ευλογίες απ' ότι έχει συλλάβει ο ανθρώπινος νους, δίνει την εγγυήση και τους πρώτους καρπούς των μελλοντικών ανταμοιβών ακόμη και εδώ, διαβεβαιώνοντας κάπως τις αθάνατες ελπίδες στα θνητά μάτια». (Βίος Κωνστ. 1:33· βλ. Τριακ. εις Κωνστ. 3:5)
Αυτή η ισχυρή αίσθηση τής παρούσας πραγματικότητας της σωτηρίας μέσα στα πολιτικά και ιστορικά πλαίσια καθιστά τον Ευσέβιο εξαιρετικά καχύποπτο προς την αποκαλυπτική πλευρά της πρώιμης εσχατολογίας. Η περιφρόνησή του προς τους χιλιαστές όπως ο Παπίας ή ο Νέπως Αρσινόης είναι εμφανής (Εκκλ.Ιστ. 3:39.13· 7:24.1), και ο ίδιος ήταν απρόθυμος να πάρει θέση αναφορικά με την αυθεντικότητα και την κανονικότητα της Αποκάλυψης του Ιωάννη. (Εκκλ.Ιστ. 3:24.18-25:4)
Η ανταπόδοση του Θεού, τόσο η θετική όσο και η αρνητική, λαβαίνει χώρα -στα μάτια του Ευσέβιου- εντός της ιστορίας καθώς επίσης και μετά από αυτή. Για το φρικτό έγκλημα του Ηρώδη που σφάγιασε τα αθώα, για παράδειγμα, "θεία δικαιοσύνη τον κατέλαβε όσο ακόμη ήταν ζωντανός, δίνοντάς του μια πρόγευση τού τι τον περίμενε στον επόμενο κόσμο". (Εκκλ.Ιστ. 1:8.4) Καθώς επεκτείνεται η επίγεια βασιλεία -για τον Ευσέβιο- όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά της υποσχεμένης Βασιλείας, οι μελλοντικές ελπίδες της Εκκλησίας καθίστανται απλώς ένα διδιάστατο υπόβαθρο στο θέατρο της ανθρώπινης ιστορίας, όπου οι ανθρώπινοι ηθοποιοί διαφθείρονται ή συνειδητοποιούν το δώρο της σωτηρίας του Θεού, οικοδομούν την ιδανική κοινωνία του Χριστού ή παρακωλύουν την έλευσή της. Εξαιτίας αυτής της υποτίμησης της σπουδαιότητας της εσχατολογίας καθώς επίσης και της ανάγνωσης εκ μέρους του τού παρελθόντος, ο Ευσέβιος έχει αποκληθεί αρκετά δικαιολογημένα "ο πρώτος πολιτικός θεολόγος στη Χριστιανική Εκκλησία"».]
* Brian Daley,
The Hope of the Early Church: A Handbook of Patristic Eschatology
[Η Ελπίδα της Πρώιμης Εκκλησίας: Εγχειρίδιο Πατερικής Εσχατολογίας],
Cambridge University Press, 1991/1993,
pp./σσ. 77, 78.
Wednesday, June 9, 2010
Albert Schweitzer:
The coming of the Kingdom of God /
Η έλευση της Βασιλείας του Θεού
«The first Christians expected the Kingdom of God to come speedily, as a complete transformation of the natural world into a perfect one. We have become more moderate in our expectations. We no longer think of the Kingdom of God as extending over the universe. We limit it to mankind and look forward to it as to the miracle of God's spirit bringing all human spirits into subjection.»
«Οι πρώτοι Χριστιανοί προσδοκούσαν τη Βασιλεία του Θεού να έρθει γρήγορα, ως πλήρη μεταμόρφωση του υλικού κόσμου σε τέλειο. Εμείς έχουμε γίνει πιο μετριοπαθείς στις προσδοκίες μας. Δεν θεωρούμε πια τη Βασιλεία του Θεού ως επεκτεινόμενη σε όλο το σύμπαν. Την περιορίζουμε στην ανθρωπότητα και αποβλέπουμε σε αυτήν ως το θαύμα του πνεύματος του Θεού που φέρνει όλα τα ανθρώπινα πνεύματα σε υποταγή».
* Albert Schweitzer [Άλμπερτ Σβάιτσερ],
Christianity and the religions of the world: lectures delivered at the Selly Oak Colleges, Birmingham
[Ο Χριστιανισμός και οι θρησκείες του κόσμου: διαλέξεις που εκφωνήθηκαν στο Selly Oak Colleges του Birmingham],
London : George Allen & Unwin, 1923,
p./σ. 79.
Sunday, June 6, 2010
Χιλιαστικές Ιουδαϊκές προσδοκίες για τον Μεσσία τον 1ο αι. ΚΧ /
Millenarian Jewish expectations for the Messiah at 1st cent. CE
«When Jesus came into Galilee, "spreading the gospel of the Kingdom of God and saying the time is fulfiled and the kingdom of God is at hand," he was voicing the opinion universally held that the year 5000 in the Creation calendar, which is to usher in the sixth millennium —the age of the Kingdom of God— was at hand. It was this chronologic fact which inflamed the Messianic hope of the people rather than Roman persecutions. There is no evidence anywhere to show that the political fortunes of the people in the second quarter of the first century of the common era —the period of many Messianic movements— were in any degree lower than those in the first quarter, in which no Messianic movements are recorded. [...]
Be it remembered that it is not the Messiah who brings about the Millennium; it is the inevitable advent of the Millennium which carries along with it the Messiah and his appointed activities. The Messiah was expected around the second quarter of the first century C.E., because the Millennium was at hand. Prior to that time he was not expected, because according to the chronology of the day the Millennium was still considerably removed.
The central theme of the preachment of Jesus and of John the Baptist, whom Jesus hailed as the Elijah who was to announce the advent of the Millennium, as well as of the disciples of Jesus, was repentance. The day of repentance will precede the actual Millennium. Thus The Assumption of Moses, which was probably written during the very lifetime of Jesus, states: "And receive thou this writing that thou mayest know how to preserve the books... until the day of repentance in the visitation wherewith the Lord will visit them in the consummation of the end of the days." (1.17-18). Only those who would repent would be spared the purging and cleansing process antecedent to the Millennium —"the wrath that is to come."
Jesus' essential mission was apocalyptic, not prophetic. He was more of the mystic than the moralist. His impassioned concern was not to reconstruct society but to save it from the winnowing and retributive judgment which was imminent in the van of the approaching Millennium. He sought to save men from the birth-throes of the Messianic times. The ethical counsel which he gave to his followers was for a world in extremis. It was to help them survive the terrors to come and to be worthy of the perfect Kingdom, the new order of existence which the Millennium would usher in. The Kingdom will be not the moral achievement of men but the pre-ordained act of divinity. The whole epic of Jesus must be read in the light of this millenarian chronology of his day, or it remains unintelligible.»
[«Όταν ο Ιησούς ήρθε στη Γαλιλαία, "κηρύττοντας το ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού και λέγοντας ότι ο καιρός έχει συμπληρωθεί και η βασιλεία του Θεού έχει πλησιάσει", άρθρωνε την επικρατούσα άποψη ότι το έτος 5000 στο ημερολόγιο της Δημιουργίας, το οποίο θα εισήγαγε την έκτη χιλιετία —την εποχή της Βασιλείας του Θεού— είχε πλησιάσει. Αυτό το χρονολογικό γεγονός ήταν που αναζωπύρωσε τη Μεσσιανική ελπίδα του λαού παρά οι διωγμοί από τους Ρωμαίους. Δεν υπάρχει καμία απόδειξη που να δείχνει ότι οι πολιτικές συνθήκες στις οποίες βρισκόταν ο λαός κατά το δεύτερο τέταρτο του πρώτου αιώνα της κοινής χρονολογίας —η περίοδος των πολλών Μεσσιανικών κινημάτων— ήταν σε κάποιο βαθμό χειρότερες από εκείνες του πρώτου τετάρτου κατά το οποίο κανένα Μεσσιανικό κίνημα δεν καταγράφεται. [...]
Θα πρέπει να μνημονευθεί ότι δεν είναι ο Μεσσίας που επιφέρει τη Χιλιετία· είναι η αναπόφευκτη έλευση της Χιλιετίας που φέρει μαζί της τον Μεσσία και τις προσδιορισμένες ενέργειές του. Ο Μεσσίας αναμενόταν γύρω στο δεύτερο μισό του του πρώτου αιώνα Κ.Χ., επειδή η Χιλιετία είχε πλησιάσει. Πριν από εκείνο τον καιρό αυτός δεν αναμενόταν, επειδή σύμφωνα με τη χρονολόγηση των ημερών του η Χιλιετία ήταν ήταν ακόμη σημαντικά μετατεθειμένη στο μέλλον.
Το κεντρικό θέμα του κηρύγματος του Ιησού και του Ιωάννη του Βαπτιστή, ο οποίος χαιρετίσθηκε από τον Ιησού ως ο Ηλίας που επρόκειτο να ανακοινώσει την έλευση της Χιλιετίας, όπως επίσης και των μαθητών του Ιησού, ήταν η μετάνοια. Η μέρα μετάνοιας θα προηγούνταν από την πραγματική Χιλιετία. Έτσι, η Ανάληψη Μωυσή, η οποία πιθανώς γράφτηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του Ιησού, δηλώνει: "Και λάβε αυτή τη γραφή ώστε να μπορείς να γνωρίζεις πώς να διατηρήσεις τα βιβλία... μέχρι τη μέρα μετάνοιας κατά την επιθεώρηση μέσω της οποίας ο Κύριος θα τους επισκεφθεί στη συντέλεια των ημερών". (1:17, 18) Μόνο εκείνοι που θα μετανοούσαν θα γλίτωναν από τη διαδικασία εκκαθάρισης και εξαγνισμού που προηγείται της Χιλιετίας —"του επερχόμενου θυμού".
Η ουσιαστική αποστολή του Ιησού ήταν αποκαλυπτική, όχι προφητική. Ήταν περισσότερο μυστικιστής παρά ηθικολόγος. Η έντονη ανησυχία του δεν ήταν για την αναδόμηση της κοινωνίας αλλά για τη σωτηρία της από το λίχνισμα και την κρίση ανταπόδοσης που επίκειτο στο κόσκινο της επερχόμενης Χιλιετίας. Επιζητούσε να σώσει ανθρώπους από τις οδύνες των Μεσσιανικών καιρών. Οι ηθικές συμβουλές που έδωσε στους ακολούθους του ήταν για ένα κόσμο που θα βρισκόταν σε οριακές καταστάσεις. Ήταν για να τους βοηθήσουν να επιβιώσουν από τους επικείμενους τρόμους και να αποδειχτούν άξιοι για την τέλεια Βασιλεία, τη νέα τάξη ύπαρξης την οποία θα εισήγαγε η Χιλιετία. Η Βασιλεία δεν θα ήταν ένα ηθικό κατόρθωμα των ανθρώπων αλλά η διευθετημένη εκ των προτέρων πράξη της θεότητας. Το σύνολο τού έπους του Ιησού θα πρέπει να αναγνωστεί υπό το φως αυτής της χιλιαστικής χρονολόγησης των ημερών του, ειδάλλως θα παραμένει ακατανόητο.»]
* Abba Hillel Silver,
A history of Messianic speculation in Israel: from the first through the seventeenth centuries
[Ιστορία των Μεσσιανικών εικασιών στον Ισραήλ: από τον πρώτο ως τον δέκατο έβδομο αιώνα],
The Macmillan company, 1927 [Kessinger Publishing, 2003],
pp./σσ. 6, 7.
Photo/Φωτο: clevelandjewishhistory.net
Tuesday, January 26, 2010
Η Βασιλεία του Θεού στην Θεολογία της Καινής Διαθήκης /
The Kingdom of God in New Testament Theology

* Darrell L. Bock,
The Kingdom of God in New Testament Theology: The Battle, The Christ, The Spirit-Bearer, and Returning Son of Man (Pulling the Future into the Present and Previewing the Future in the Present),
[Η Βασιλεία του Θεού στην Θεολογία της Καινής Διαθήκης: Η Μάχη, Ο Χριστός, Ο Πνευματοφόρος, και ο Επιστρέφων Γιος του Ανθρώπου (Φέρνοντας το Μέλλον στο Παρόν και Προγευόμενοι το Μέλλον στο Παρόν)]
a study was first given in an address at the Evangelical Theological Society meeting in 1999 and later printed in Looking Into the Future: Evangelical Studies in Eschatology", ed. by David W. Baker. [Αγγλικά]
Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ':
Τι είναι η «βασιλεία του Θεού»;
«Το κεντρικό περιεχόμενο του Ευαγγελίου είναι: Η βασιλεία του Θεού είναι κοντά και πυρήνας των έργων και λόγων του Ιησού είναι ακριβώς η αναγγελία της εγγύτητας της βασιλείας του Θεού.
Ο πάπας επισημαίνει ότι από πολλούς ερμηνευτές εντοπίστηκε χάσμα ανάμεσα σε αυτό τον άξονα του προπασχάλιου κηρύγματος του Χριστού και στο μεταπασχάλιο κήρυγμα των αποστόλων, του οποίου άξονας είναι η Χριστο-λογία. Η απάντηση κατά τον προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας εξαρτάται από το πώς κατανοούμε το λόγο του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού. Σχετικά καταγράφει την κατανόηση του όρου τόσο από τους Πατέρες (ερμηνεία χριστολογική=ο Ιησούς είναι η βασιλεία, ιδεαλιστική ή μυστικιστική=η βασιλεία του Θεού βρίσκεται στο εσωτερικό του ανθρώπου και εκκλησιαστική=η βασιλεία του θεού είναι κατά πολλούς τρόπους η Εκκλησία) όσο και από τη σύγχρονη ερμηνεία: μέχρι τον πρώιμο 20ο αι. η Εκκλησία παρουσιαζόταν ως η πραγμάτωση της βασιλείας του Θεού εντός της Ιστορίας, ενώ μετά πλήθυναν οι προτεσταντικές, φιλελεύθερες κατανοήσεις που χαρακτηρίζονται βεβιασμένες από το συγγραφέα και άλλες εκκοσμικευμένες παραλλαγές, που υποστηρίζουν ότι «βασιλεία» σημαίνει απλώς έναν κόσμο στον οποίο κυριαρχεί η ειρήνη, η δικαιοσύνη και ο σεβασμός της κτίσης, οπότε αποστολή των θρησκειών είναι η συνεργασία τους για την έλευση αυτής της βασιλείας, απόψεις που απορρίπτονται ως «ουτοπικά φληναφήματα», αφού εδώ ο Θεός έχει εξαφανιστεί, ενώ ο Ιησούς μίλησε για «βασιλεία του Θεού».
Ο πάπας σημειώνει πως, βάσει γλωσσικών παρατηρήσεων σχετικά με την εβραϊκή λέξη malcut που αποδίδεται ως «βασιλεία», η καλύτερη μετάφραση θα ήταν κυριότητα-κυριαρχία του Θεού. Ακόμη, υποστηρίζει ότι το Ευαγγέλιο του Ιησού είναι απλό και θεοκεντρικό. Λέει ότι Υπάρχει Θεός, είναι αληθινά Θεός και ενεργεί τώρα! Επισημαίνει ότι η διακήρυξη της βασιλείας του Θεού θεμελιώνεται στην Παλαιά Διαθήκη. Ο Ιησούς είναι όντως Ιουδαίος, υπερβαίνει όμως τον ιουδαϊσμό, όταν κηρύττει π.χ. ότι «ἤγγικεν»(Μκ 1,15) ή «ἔφθασεν ἐφ’ ὑμᾶς»(Μκ 1,28) ή «ἰδοὺ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι»(Λκ.17,21) που εκφράζουν μια διαδικασία έλευσης εν εξελίξει που αφορά όλη την Ιστορία.
Η ομολογία του πάπα ότι είναι πραγματικά «εξαιρετικά πολύπλοκη» η μυστηριώδης πραγματικότητα που ορίζεται από τον Ιησού ως «βασιλεία του Θεού» έρχεται μετά την αναφορά στις φράσεις του Ιησού «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτὴν» (Μτ 11,12)και «ἰδοὺ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι»(Λκ.17,21). Αναγνωρίζει ίχνη αλήθειας στην ιδεαλιστική αλλά υπογραμμίζει ότι η κριτική κλίνει στην άποψη ότι ο Ιησούς με αυτή τη φράση εννοούσε τον εαυτό του. Δια της παρουσίας και της δράσης του Ιησού ο Θεός εισέρχεται στην Ιστορία με τρόπο ολοκληρωτικά καινούργιο ως ο ενεργών εδώ και τώρα. Γι’ αυτό τώρα είναι ο καιρός της εκπλήρωσης, αλλά και της μετάνοιας και της ευφροσύνης.
Το θέμα «βασιλεία του Θεού» διαπερνά ολόκληρο το κήρυγμα του Ιησού. Ο Ιησούς ομιλεί πάντα ως Υιός, όπως θα φανεί στην επί του Όρους Ομιλία. Ακριβώς επειδή είναι ο ίδιος Θεός -Υιός -, γι’ αυτό το κήρυγμά του αποτελεί αγγελία του δικού του μυστηρίου, Χριστολογία, καταλήγει ο Ποντίφικας».
Από την παρουσίαση της κας Καραβίδα Ξανθίππης του βιβλίου:
* Γιόζεφ Ράτσινγκερ (Πάπας Βενέδικτος Ιστ΄),
Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ,
μετάφρ. Σωτηρίου Σ. Δεσπότη, εκδ. Ψυχογιός, Απρ. 2007, Αθήνα, 352 σελίδες.
Thursday, January 21, 2010
Λου 23:43, «σήμερα»:
άμεση σωτηρία ή ιδιαίτερη διαβεβαίωση;

«Καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ
Μνήσθητί μου Κύριε ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου
Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς
Ἀμήν λέγω σοι σήμερον μετ' ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ».
(Ιωα 23:43)
«Η πολυσυζητημένη και αμφιλεγόμενη φράση στο Λουκ. 23:43 «σήμερον μετ' εμού έση εν τω παραδείσω», ασφαλώς και ανήκει στο σημείο αυτό. Δεν είναι απίθανο, βέβαια, αν και εξεζητημένο, να θεωρηθεί ότι η λέξη «σήμερον» προσδιορίζει τη φράση «λέγω σοι». Σύνολη η κατανόηση του κειμένου έγκειται στην ορθή απόδοση και κατανόηση του Λουκ. 16:23, «καί εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού, υπάρχων εν βασάνοις, όρα Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού", καθώς επίσης και στη σωστή ερμηνεία των μεταγενέστερων Ιουδαϊκών αντιλήψεων περί «Παραδείσου» ως μοναδικού χώρου ευλογημένων και μακάριων (Strack - Billerbeck, ad loc.· P. Volz, Die Eschatologie der judischen Gemeinde im neutest. Zeitalter, 1934, p. 265). Είναι αναμφίβολο το γεγονός ότι στο Λουκ. 16:23 δεν γίνεται καμμία απολύτως μνεία για την ανάσταση τους, όπως επίσης το γεγονός ότι η ελπίδα ή η αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας ούτε καν προϋποτίθεται. Μια τέτοια, άλλωστε, ερμηνεία είναι κατά τρόπο αποφασιστικό απορριπτέα από τον W. G. Kummel, Verheissung und Erfiillung, 1953, σελ. 67. Μια συγκεκριμένη διαφωνία, για μια ακόμα φορά, αναφύεται ανάμεσα στα Ευαγγελικά κείμενα και στην Παύλεια θεολογία, που αναφέρεται στο αν και κατά πόσον ο όρος «σήμερον», που αναφέρεται στο Λουκ. 23:43, σηματοδοτεί την «προ -ή μετα- Αναστάσιμη» κατάσταση του Χριστού. Αυτή η διαφωνία αποτελεί και τον θεμέλιο λίθο της προϋποθέσεως βάσει της οποίας οι κεκοιμημένοι εδράζονται πάνω στον Αναστημένο Χριστό, έναν θεμέλιο όμως λίθο που μέχρι τη στιγμή εκείνη δεν είχε ακόμη τεθεί. Σε τελική όμως ανάλυση, σύνολη η έμφαση τοποθετείται στο γεγονός ότι ο ληστής θα είναι με τον Χριστό. Ο Menoud, Le sort des trepasses, σελ. 45, ορθά παρατηρεί ότι η απάντηση του Ιησού πρέπει να κατανοηθεί σε σχέση και συνάφεια με το αίτημα που υποβάλλει ο ληστής. Ο ληστής ζητεί από τον Ιησού να τον θυμηθεί όταν «έλθη εν τη Βασιλεία Του», γεγονός που, συμφωνά με την Ιουδαϊκή πίστη και αντίληψη περί Μεσσία, μπορεί μονάχα να αναφέρεται στον χρόνο κατά τον οποίο ο Μεσσίας θα εμφανιστεί προκειμένου να εγκαθιδρύσει το Βασίλειό Του. Ο Ιησούς δεν απαντά κατά τρόπο χαρακτηριστικό στο αίτημα αυτό, αλλά αντίθετα ανταποκρίνεται προσφέροντας στον ληστή περισσότερα απ' όσα εκείνος ζητεί: Θα είναι ενωμένος με τον Ιησού πριν η Βασιλεία Του εγκαθιδρυθεί».
* Oscar Cullmann,
Αθανασία της Ψυχής ή Ανάσταση εκ των Νεκρών; Η μαρτυρία της Καινής Διαθήκης,
2η έκδ., Άρτος Ζωής, Αθήνα 2004, σσ. 68, 69.
«Also the much-disputed words of Luke 23:45 ‘Today you will be with me in Paradise’, belong here. To be sure it is not impossible, though artificial, to understand σήμερον as modifying λέγω σοι. The statement is to be understood in the light of Luke 16:23 and of the late Jewish conception of ‘Paradise’ as the place of the blessed [Strack-Billerbeck, ad. loc.; P. Volz, Die Eschatologie der jüdischen Gemeinde im neutest. Zeitalter {2nd Edn, 1934}, p. 265]. It is certain that Luke 16:23 does not refer to resurrection of the body, and the expectation of the Parousia is in no way supplanted. Such an interpretation is also decisively rejected by W. G. Kümmel, Verheissung und Erfüllung, 2nd Edn (1953), p. 67. A certain disparity here over against Pauline theology does exist in so far as Christ Himself on the day referred to as ‘today’ has not yet risen, and therefore the foundation of the condition wherein the dead are bound up with Christ has not yet been laid. But in the last analysis the emphasis here is on the fact that the thief will be with Christ. Menoud [Le sort des trépassés, P. 45] correctly points out that Jesus’ answer must be understood in relation to the thief’s entreaty. The thief asks Jesus to remember him when He ‘comes into His kingdom’, which according to the Jewish view of the Messiah can only refer to the time when the Messiah will come and erect his kingdom. Jesus does not grant the request, but instead gives the thief more than he asked for: he will be united with Jesus even before the coming of the kingdom».
* Oscar Cullmann,
Immortality of the Soul or Resurrection of the Dead?,
The Ingersoll lecture on the immortality of man for the academic year 1954-1955, Ingersoll lecture, Harvard University 1955.
[English, PDF]
Monday, December 28, 2009
Ο Ιππόλυτος Ρώμης, το σχολιολόγιό του στον Δανιήλ και η πρώιμη χριστιανική εσχατολογία
«Αμφότεροι ο Ειρηναίος και ο Τερτυλλιανός εκφράζουν έναν αρκετά συγκεκριμένο χιλιασμό ο οποίος βρίσκεται σε συμφωνία με τον Ιππόλυτο. Αυτός ο πρώιμος χιλιασμός περιέχει τις προφητικές αντιλήψεις της πτώσης της Ρώμης, της έγερσης των δέκα αυτοκρατοριών, της επακόλουθης έγερσης του αντιχρίστου που κυριαρχεί στη γη για εφτά χρόνια, της εμφάνισης στη γη του Ενώχ και του Ηλία, του διωγμού της εκκλησίας από τον αντίχριστο, της παρουσίας του Χριστού από τον ουρανό για να καταστρέψει τον αντίχριστο και τους συμμάχους του, της ανάστασης και κρίσης της ανθρωπότητας, μιας κυριολεκτικής επίγειας χιλιετούς βασιλείας, και του διαχωρισμού των ανθρώπων στον ουρανό και στην κόλαση. Ο Ιππόλυτος διαφοροποιείται από τον Ειρηναίο και τον Τερτυλλιανό στο ότι είναι ο μόνος που προσδιορίζει και τις τέσσερις βασιλείες του Δανιήλ 2 και 7 ότι είναι η Βαβυλώνα, η Περσία, η Ελλάδα, και η Ρώμη. Ο Ειρηναίος αποφεύγει να τις κατονομάσει και ο Τερτυλλιανός προσδιορίζει ότι είναι η Ρώμη η τελευταία από αυτές τις βασιλείες. Ο Ειρηναίος, ο Τερτυλλιανός, και ο Ιππόλυτος όλοι τους δίνουν το γενικό περίγραμμα της ιστορίας με τους όρους μιας κοσμικής εβδομάδας της οποίας η κάθε μέρα αντιπροσωπεύει ιστορικές χρονικές περιόδους 1000 ετών».
Ένα ενδιαφέρον άρθρο με θέμα
«Patristic Commentaries on the Book of Daniel: Hippolytus of Rome»
[Πατερικά Σχολιολόγια (Υπομνήματα) στο Βιβλίο του Δανιήλ: Ο Ιππόλυτος Ρώμης]
αναρτήθηκε στον ιστότοπο synodos.net. Το άρθρο περιέχει υλικό που αφορά τη βιογραφία του Ιππόλυτου Ρώμης καθώς επίσης στοιχεία που αφορούν το σχολιολόγιό του στο βιβλίο του Δανιήλ.