.

Saturday, June 11, 2022

Η αντίρρηση συνείδησης στη στρατιωτική θητεία
& οι χριστιανοί /

Conscientious objection to military service
& the Christians

 


 

Η αντίρρηση συνείδησης στη στρατιωτική θητεία αποτελεί την πιο χαρακτηριστική εκδήλωση αυτής της εσωτερικής συνειδησιακής σύγκρουσης. Σε αυτή την έκφανσή της, εκδηλώνεται με την άρνηση συμμετοχής στον πόλεμο και την προετοιμασία του. Το φαινόμενο αυτό εκδηλώθηκε για πρώτη φορά σε συλλογικό επίπεδο με την άρνηση των πρώτων χριστιανών να στρατευθούν. Αρνούμενοι την υποχρεωτική στράτευση, οι πρώτοι χριστιανοί θεωρήθηκαν επικίνδυνοι αναρχικοί που υπέσκαπταν τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Εντούτοις, η περιθωριοποίηση, ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φυλάκισή τους, ενδυνάμωσαν το χριστιανικό φρόνημα και την απήχηση των χριστιανικών ιδεών, αφού η συμπεριφορά τους συγκίνησε και θεωρήθηκε ηρωική. Το παράδειγμα των πρώτων χριστιανών, εξάλλου, έχει μια ιδιαίτερη σημασιολογική αξία για τους θρησκευτικούς αντιρρησίες, οι οποίοι ανέκαθεν αποτελούσαν τον σημαντικότερο αριθμό των αντιρρησιών συνείδησης.

Η φιλοσοφική και θεολογική αντίληψη των θρησκευτικών αντιρρησιών ήταν, και εξακολουθεί να είναι ασύμβατη με την υιοθέτηση βίαιων συμπεριφορών που αντίκεινται στο πνεύμα του Ευαγγελίου και τη ρητή εντολή «ου φονεύσεις». Παρά το γεγονός ότι τα χριστιανικά θρησκεύματα δεν έχουν αναγάγει την εντολή αυτή σε δογματική αρχή απόλυτα εφαρμοζόμενη, ορισμένες χριστιανικές κοινότητες την υιοθετούν απολύτως και αρνούνται οποιαδήποτε συμμόρφωση με συμπεριφορές που την παραβιάζουν. Ανάμεσα στην υπακοή σε έναν επίγειο και έναν θείο κανόνα, προέχει, για τους πιστούς των θρησκειών αυτών, η συμμόρφωση στον θείο νόμο παρά τις επαπειλούμενες «επίγειες» τιμωρίες που μπορεί αυτό να συνεπάγεται.

Η αντίρρηση συνείδησης για θρησκευτικούς λόγους συνδέθηκε, σε μεγάλο βαθμό, με την άρνηση στράτευσης των μαρτύρων του Ιεχωβά. Προοδευτικά άρχισε να κατοχυρώνεται νομοθετικά σε διάφορα κράτη, κυρίως αγγλοσαξωνικής κουλτούρας στις αρχές του 20ου αιώνα. Η τάση αυτή διευρύνθηκε σημαντικά μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όταν πολλά κράτη προτάσσοντας την ανάγκη προστασίας της ελευθερίας της συνείδησης και αντιδρώντας, με τον τρόπο αυτό, στις τραυματικές μνήμες των απολυταρχικών τακτικών των ναζί, κατοχύρωσαν την αντίρρηση συνείδησης στη στρατιωτική θητεία.

[...] Η αναγωγή της εθνικής άμυνας και της διαφύλαξης της ακεραιότητας της Χώρας σε μείζονος σημασίας πολιτικό ζήτημα στην ακολουθούμενη πολιτική των κυβερνήσεων, η αρνητική στάση της κοινής γνώμης, η νομική προβληματική σχετικά με τη δυνατότητα αναγνώρισης τέτοιου δικαιώματος στο πλαίσιο του Συντάγματος και η άκαμπτη αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας που αισθάνθηκε ότι ενδεχόμενη υιοθέτηση τέτοιων λύσεων θα υπηρετούσε τις θέσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά, αποτέλεσαν τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα δεν αναγνώριζε, ουσιαστικά έως το 1997, την αντίρρηση συνείδησης.



Conscientious objection to military service is the most characteristic manifestation of this internal conflict of conscience. In this manifestation, it is present in the refusal to participate in the war and its preparation. This phenomenon first manifested itself on a collective level with the refusal of the first Christians to enlist. By refusing compulsory conscription, the early Christians were seen as dangerous anarchists who were undermining the Roman Empire. However, their marginalisation, social exclusion and imprisonment strengthened Christian sentiment and the appeal of Christian ideas, as their behaviour was moving and considered heroic. The example of the early Christians, moreover, has a special semantic value for religious objectors, who have always constituted the largest number of conscientious objectors.

The philosophical and theological understanding of religious objectors was, and still is, incompatible with the adoption of violent behaviour contrary to the spirit of the Gospel and the explicit commandment 'thou shalt not kill'. Although Christian denominations have not elevated this commandment to a doctrinal principle of absolute application, some Christian communities fully embrace it and refuse any compliance with behaviors that violate it. Between obedience to an earthly and a divine rule, the priority for the followers of these religions is, for them, compliance with the divine law despite the threatened "earthly" punishments that this may entail.

Conscientious objection on religious grounds was largely associated with the refusal of Jehovah's Witnesses to enlist. It gradually began to be enshrined in law in various states, mainly of Anglo-Saxon culture, at the beginning of the 20th century. This trend expanded significantly after the Second World War, when many states, advocating the need to protect freedom of conscience and thus reacting to the traumatic memories of the authoritarian tactics of the Nazis, enshrined conscientious objection to military service.

[... ] The reduction of national defence and the safeguarding of the integrity of the country to a major political issue in the policy pursued by governments, the negative attitude of public opinion, the legal problematic regarding the possibility of recognizing such a right under the Constitution and the rigid reaction of the Orthodox Church, which felt that the possible adoption of such solutions would serve the positions of Jehovah's Witnesses, were the reasons why Greece did not recognize, practically until 1997, the conscientious objection.



Καλλιόπη Λυκοβάρδη,
«Η αντίρρηση συνείδησης στη στρατιωτική θητεία.
Η αντιμετώπιση του ζητήματος στην ελληνική και τις ευρωπαϊκές έννομες τάξεις υπό το πρίσμα των εξελίξεων στα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης
»,
Το Σύνταγμα
, Μάιος-Ιούνιος 2000, τεύχ. 3,
σσ. 463, 464, 469 (461-492).



No comments: