Ιωάννης Φιλόπονος / John PhiloponusΕνας νεωτερικός στοχαστής στο τέλος της αρχαιότητας
RICHARD SORABJI (ΕΠΙΜ.)
Ο Φιλόπονος και η απόρριψη της αριστοτελικής επιστήμης
ΜΤΦΡ.: ΧΛΟΗ ΜΠΑΛΛΑ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΑΡΑΣΤΑΘΗ
«ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ», ΣΕΛ. 503, ευρώ 25
Το αριστοτελικό μοντέλο επιστημονικής περιγραφής και ερμηνείας του κόσμου υπήρξε αναμφίβολα κυρίαρχο στη σκέψη πολλών στοχαστών της Υστερης Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα. Οι νεωτερικοί επιστήμονες της Αναγέννησης κατάφεραν να το ανατρέψουν, θέτοντας έτσι τις βάσεις για μια «νέα» επιστήμη. Δεν υπήρξαν ωστόσο ριζικά πρωτοπόροι. Για την ανατροπή των αριστοτελικών θεωριών ο ίδιος ο Γαλιλαίος αντλούσε στοιχεία από το έργο ενός φιλοσόφου αρχαιότερού του κατά περίπου δέκα αιώνες: του Ιωάννη Φιλοπόνου.
Ο χριστιανός Ιωάννης Φιλόπονος γεννήθηκε και έδρασε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου κατά το μεγαλύτερο μέρος του 6ου μεταχριστιανικού αιώνα. Η παιδεία του υπήρξε ωστόσο πρωτίστως «εθνική»· μαθητής του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Αμμωνίου του Ερμείου και επιμελητής μέρους του έργου του δασκάλου του, ο Φιλόπονος μελέτησε συστηματικά την πλούσια φιλοσοφική εξηγητική γραμματεία της Υστερης Αρχαιότητας και συνέγραψε αρχικά και ο ίδιος υπομνήματα σε αριστοτελικές πραγματείες. Η διαφοροποίησή του, ωστόσο, από την παραδοσιακή, νεοπλατωνική ερμηνεία του Αριστοτέλη δεν άργησε να εκδηλωθεί.
Η χριστιανική καταγωγή του φαίνεται να υπήρξε το δομικό στοιχείο που απελευθέρωσε τη σκέψη του από μια «ελληνική» ερμηνευτική παράδοση, η οποία αναγνώριζε στα πρόσωπα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη φιλοσοφικές «αυθεντίες» και έθετε -μεταξύ άλλων- το αίτημα της συμφωνίας των δύο φιλοσόφων. Ηδη στο Υπόμνημά του στη Φυσικήν ακρόασιν του Αριστοτέλη, το οποίο συνέθεσε σε ηλικία περίπου τριάντα ετών, ο Φιλόπονος διακήρυξε το ελεύθερο πνεύμα, απευθυνόμενος σ' αυτόν που στοχεύει στην αλήθεια (τω γε προς την αλήθειαν βλέποντι), ενώ παράλληλα προχώρησε σε μια ανοιχτή κριτική των αριστοτελικών θεωριών, δηλώνοντας πως «ούτε έχει να φοβηθεί τίποτε ούτε πρόκειται να προκρίνει την παραδοχή του Αριστοτέλη από την αλήθεια» (μηδέν αιδεσθέντας, μηδέ της αληθείας το του ανδρός υπειλημμένον επίπροσθεν θέντας). Απέρριψε έτσι κατηγορηματικά τις αμφιλεγόμενες αριστοτελικές διδασκαλίες σχετικά με τον τόπο ως πέρας δύο διαστάσεων και σχετικά με την ανυπαρξία του κενού, υποστηρίζοντας πως ο τόπος είναι ένα κενό διάστημα που καταλαμβάνεται από το σώμα του σύμπαντος κόσμου, και διατύπωσε για πρώτη φορά στην ιστορία της επιστήμης τη θεωρία της ορμής προς αντικατάσταση της αριστοτελικής αντιπεριστάσεως. Συγγράφοντας εν συνεχεία το Υπόμνημά του στα Μετεωρολογικά του Αριστοτέλη, ο Φιλόπονος προχώρησε στην απόρριψη του αιθέρα, του αριστοτελικού πέμπτου στοιχείου, που ως μοναδικό συστατικό των ουράνιων σωμάτων εξηγεί την κυκλική κίνησή τους, και πρότεινε πολύ πριν από τον Κοπέρνικο ένα ενιαίο κοσμοείδωλο, χωρίς διάκριση μεταξύ ουράνιας και υποσελήνιας σφαίρας. Η φιλοσοφική πολεμική του Φιλοπόνου πήρε τη μορφή αυτόνομων πραγματειών με έργα χριστιανικού πλέον προσανατολισμού, όπως το Περί αϊδιότητος κόσμου κατά Πρόκλου και το Περί αϊδιότητος κόσμου κατά Αριστοτέλους, στα οποία οι «αυθεντίες» του Αριστοτέλη και του «πλατωνικού διαδόχου» Πρόκλου τίθενται εν αμφιβόλω, μεταξύ άλλων, μέσω της παράθεσης και της ερμηνείας χωρίων από τον πλατωνικό Τίμαιο. Αφού ολοκλήρωσε το φιλοσοφικό του έργο, ο Φιλόπονος επιδόθηκε στη συγγραφή θεολογικών πραγματειών, οι οποίες οδήγησαν στην καταδίκη του για τριθεϊσμό και μονοφυσιτισμό από την αντιμονοθελητική σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 680, δηλαδή περίπου εκατό χρόνια μετά τον θάνατό του. Ο αναθεματισμός αυτός συνετέλεσε αναμφίβολα στη λήθη του έργου του κατά τον χριστιανικό μεσαίωνα. Ο Φιλόπονος μελετήθηκε ωστόσο από τους Αραβες φιλοσόφους και μερικές από τις ιδέες του έγιναν γνωστές στη χριστιανική Δύση μέσω μεταφράσεων από τα αραβικά στα λατινικά.
Η σφοδρή επίθεση του Φιλοπόνου στην παραδοσιακή αριστοτελική επιστήμη της εποχής του καθώς και η επίδραση που άσκησε στην επιστήμη της Αναγέννησης αποτελούν το κέντρο βάρους μιας σειράς μελετημάτων έγκριτων ιστορικών της Φιλοσοφίας και των επιστημών, τα οποία συγκέντρωσε και εξέδωσε στα αγγλικά ο ομότιμος σήμερα καθηγητής Φιλοσοφίας στο Λονδίνο Richard Sorabji, γνωστός για την πολύπλευρη συμβολή του στη μελέτη της αριστοτελικής παράδοσης (μεταξύ άλλων, ιδρυτής της μεγαλόπνοης σειράς «The Ancient Commentators on Aristotle», η οποία περιλαμβάνει αγγλικές μεταφράσεις χιλιάδων σελίδων υπομνημάτων στον Αριστοτέλη). Την προβληματική του βιβλίου συμπληρώνει ένα μελέτημα για τον Φιλόπονο ως χριστιανό θεολόγο (Η. Chadwick), καθώς και μια σπουδαία συμβολή από τον Philippe Hoffmann για την πολεμική που άσκησε στον Φιλόπονο ο σύγχρονός του «εθνικός» Σιμπλικίος, στην οποία αναδεικνύονται με γλαφυρό τρόπο οι εντάσεις και οι πνευματικές ζυμώσεις μιας εποχής κατά την οποία «εθνικοί» και χριστιανοί καλούνταν να συνυπάρξουν.
Είκοσι χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση, το βιβλίο του R. Sorabji παρουσιάζεται στο ελληνικό κοινό σε μια εξαιρετική μετάφραση από τη Χλόη Μπάλλα (καλό θα ήταν, ωστόσο, οι ελληνικοί τίτλοι των υπομνημάτων να είχαν αποδοθεί με βάση το ελληνικό πρωτότυπο και όχι από τα λατινικά). Κατά το διάστημα αυτό ποικίλες συμβολές έχουν προστεθεί στην περί Φιλοπόνου έρευνα, το βιβλίο του R. Sorabji παραμένει εν τούτοις η μοναδική μέχρι σήμερα συναγωγή μελετημάτων που επιχειρεί να καλύψει με συστηματικό τρόπο την ευρεία (σε όγκο και σε θέματα) συγγραφική παραγωγή του Φιλοπόνου. Με την άρτια έκδοσή του (στην οποία προστίθεται ένα επίμετρο με τις «νεωτερικές» παρεκβάσεις Περί τόπου και Περί κενού από το Υπόμνημα του Φιλοπόνου στην Φυσικήν ακρόασιν) το ΜΙΕΤ δίνει στο αναγνωστικό κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει έναν ριζοσπαστικό φιλόσοφο της Αρχαιότητας.
* Παντελής Γκολίτσης,
«Φιλοσοφία: Ιωάννης Φιλόπονος»,
Ελευθεροτυπία, 13 Μαρτίου 2007.