.

Friday, March 5, 2010

Γκίμπον: Η Ιστορία της Παρακμής και της Πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ο Χριστιανισμός /
Gibbon's The History of the Decline and Fall of the Roman Empire on Christianity



«A consistently critical, and antagonistic, analysis of Christian rise to power is published in Gibbon's The History of the Decline and Fall of the Roman Empire (1776-88). For Gibbon, Rome fell, and with it the classical world, not because of the youth and truth of the new dispensation, but because of Christianity's aggressive passion. Gibbon lays out his arguments against the martyrs for provoking the acts against them; against the monks and clergy-"a swarm of fanatics incapable of fear, or reason, or humanity" whom the Roman troops feared more than they feared the fiercest barbarians on the frontiers. He mocks the intra-Christian controversies among its sects, an intolerance deriving from the new religion's congenital fault: bigotry. He notes that "the degrees of theological hatred depend on the spirit of war, rather than on the importance of the controversy." Moreover, the Christian theology of faith, whose dogmatics are lodged in revelation, mystery (superstition for Gibbon), and personal witness, dodges the classical weapon of rational debate.

Though Gibbon's huge study is infected with the zeal he rails against, that zeal gives him the strength to make his case without fear of what he is taking on. He writes in the independent spirit of the freethinkers of his time. As the contemporaneous American Revolution defied the British Empire and the Parisian populace challenged the established court of France, Gibbon took on Christianity».
[«Μια σταθερά κριτική, και ενάντια, ανάλυση της χριστιανικής ανόδου στην εξουσία δημοσιεύτηκε στην Ιστορία της Παρακμής και της Πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1776-88) του Γκίμπον. Κατά τον Γκίμπον, η Ρώμη, και μαζί της ο κλασικός κόσμος, δεν έπεσε εξαιτίας του νεωτερισμού και της αλήθειας της νέας θρησκευτικής τάξης πραγμάτων, αλλά εξαιτίας του επιθετικού μένους του χριστιανισμού. Ο Γκίμπον επιχειρηματολογεί εναντίον των μαρτύρων οι οποίοι προκάλεσαν οι ίδιοι τις πράξεις σε βάρος τους· εναντίον των μοναχών και των κληρικών–"ενός σμήνους φανατικών χωρίς φόβο, ή λογική, ή ανθρωπιά" τους οποίους τα ρωμαϊκά στρατεύματα φοβούνταν περισσότερο από όσο φοβούνταν τους πιο σκληροτράχηλους βαρβάρους στα σύνορα. Χλευάζει τις ενδοχριστιανικές διαμάχες μεταξύ των σεκτών, μιας αδιαλλαξίας προερχόμενης από ένα εκ γενετής ελάττωμα: τη μισαλλοδοξία. Σημειώνει ότι "ο βαθμός θεολογικού μίσους εξαρτάται από το πολεμικό πνεύμα, παρά από τη σπουδαιότητα της διαμάχης". Επιπλέον, η χριστιανική θεολογία της πίστης, της οποία η δογματική εδράζεται στην αποκάλυψη, στο μυστήριο (δεισιδαιμονία κατά τον Γκίμπον), και στην προσωπική μαρτυρία, υπεκφεύγει από το κλασικό όπλο της ορθολογιστικής αντιπαράθεσης.

Μολονότι η γιγαντιαία μελέτη του Γκίμπον είναι προσβεβλημένη από τον ζήλο με τον οποίο καταφέρεται, αυτός ο ζήλος τού δίνει το σθένος να εκθέσει τα επιχειρήματά του χωρίς να φοβηθεί αυτό με το οποίο ενασχολείται. Γράφει με το ανεξάρτητο πνεύμα των ελευθερόφρονων της εποχής του. Καθώς η ταυτόχρονη Αμερικανική Επανάσταση προκαλούσε την Βρετανική Αυτοκρατορία και ο λαός του Παρισιού αμφισβητούσε την καθεστηκυία αυλή της Γαλλίας, ο Γκίμπον ανέλαβε τον χριστιανισμό».]
* James Hillman,
A Terrible Love of War
[Τρομερή Αγάπη για Πόλεμο],
Penguin Press HC, 2004, pp./σσ. 193, 194.

No comments: