.

Saturday, August 28, 2010

The decline of Byzantium (6-8th c.),
the Church & Culture /

Η παρακμή του Βυζαντίου (6-8ος αι.),
η Εκκλησία & ο πολιτισμός


«Έτσι, πια, περιορίζονται αφόρητα τα έξοδα για τα δημόσια κτίσματα. Χτίζονται μόνο εκκλησίες, επισκοπικά μέγαρα και οι επίσκοποι επισκευάζουν κάπως τα παλιά υδραγωγεία και τις γέφυρες. Η Εκκλησία αναλαμβάνει μόνη της τα θέματα της παιδείας, αφού με την πτώση της ειδωλολατρίας δεν χτίζονται πια θέατρα, ενώ τα παλιά βρίσκονται υπό απαγόρευση. Όλες οι αρχαίες τραγωδίες και οι κωμωδίες μιλούσαν για τους αρχαίους θεούς. Παλαίστρες και γυμνάσια εγκαταλείπονται με τη σειρά τους, αφού η χριστιανική αιδώς βδελύσσεται το γυμνό σώμα. Το ίδιο ισχύει και για τα δημόσια λουτρά και τις θέρμες. Την ώρα που η Εκκλησία οικοδομεί, σχεδόν όλα τα υπόλοιπα κτίρια πέφτουν και δεν επισκευάζονται μετά από σεισμούς, κλπ., αφού τώρα πια δεν υπάρχουν οι οικονομικές προϋποθέσεις. Παρατηρείται γενική έκπτωση των αστικών λειτουργιών της πόλης και τώρα πια αυτή η πτώση δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη, όπως παλιότερα η παρακμή και η πτώση των μικρών πόλεων που είχε ευνοήσει ως ένα βαθμό τις μεγαλύτερες.

Τώρα, στέκουν όρθιες μόνο οι λίγες πολύ μεγάλες πόλεις (η Κωνσταντινούπολη, η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Θεσσαλονίκη, η Νίκαια). Επειδή οι αποστάσεις μεταξύ τους έχουν γίνει πια πολύ μεγάλες, το εμπόριο μεταξύ τους εξασφαλίζεται κύρια από τη θάλασσα. Ο Προκόπιος, ο υμνητής των κτισμάτων του Ιουστινιανού, θα δώσει ιδιαίτερη σημασία στα λιμάνια. Όμως, από την άλλη πλευρά, είναι υποχρεωμένος να αποδώσει την πικρή πραγματικότητα: από τις περίπου εκατόν πενήντα πόλεις που έχτισε ή ανοικοδόμησε ο Ιουστινιανός, τα έργα ήταν στρατιωτικού, εκκλησιαστικού και ανεφοδιαστικού χαρακτήρα· δηλαδή, τείχη, εκκλησίες, υδραγωγεία και αποθήκες, αλλά ούτε ένα έργο παραγωγικού χαρακτήρα. Επίσης, παντού, οι σύγχρονες ανασκαφές έδειξαν ότι τα τείχη του Ιουστινιανού κάλυπταν την έκταση της παλιάς πόλης κατά το ένα τρίτο κατά μέσον όρο, όπως ομολογεί και ο ίδιος ο Προκόπιος στο πασίγνωστο παράδειγμα ανοικοδόμησης της Καισαρείας της Καππαδοκίας από τον Ιουστινιανό, που στην πραγματικότητα ήταν περιστολή, δηλαδή σμίκρυνση της πόλης. Δεν πρόκειται, λοιπόν, παρά για την οχύρωση της αρχαίας ακρόπολης, τη σύμπτυξη της πόλης στο χώρο και σε τελική ανάλυση τη μετατροπή της σε κάστρο. Τα παραδείγματα είναι πολλά και ποικίλλουν στις λεπτομέρειες, αλλά η τάση είναι γενική.

Ίσως ήδη από την εποχή του Ιουστινιανού, ίσως λίγο αργότερα, η Εκκλησία αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι σε περίπτωση γενικής κρίσης (που σοβεί, ήδη), θα μπορέσει να επιζήσει χωρίς τον προστάτη της, το ρωμαϊκό κράτος. Αυτό θα συμβεί σε λιγότερο από εκατό χρόνια: με την αραβική κατάκτηση (η Αντιόχεια το 639 και η Αλεξάνδρεια το 642), στην Αντιόχεια και στην Αλεξάνδρεια θα διατηρηθεί το πατριαρχείο, ενώ ο ελληνισμός θα δύσει σε περιοχές όπου είχε κατορθώσει να διατηρηθεί σχεδόν επί χίλια χρόνια. Ιδιαίτερα, η κάποτε μεγάλη και ένδοξη Αντιόχεια του Ιουλιανού και του Λιβάνιου, όταν περιέρχεται στα χέρια των Αράβων (το 639), δεν θα είναι τίποτα περισσότερο από ένα παραμεθόριο φρούριο, μετά από διαδοχικές καταστροφές. Μετά από κάθε φυσική καταστροφή ή ακόμα εχθρική λεηλασία, ανοικοδομούνται όλο και λιγότερα κτίρια και σε μικρότερες διαστάσεις, καθώς τώρα πια δεν υπάρχουν οι παλιότερες οικονομικές προϋποθέσεις.

Τόσο η Αντιόχεια όσο και η Αλεξάνδρεια ήταν εστίες μεγάλων λαϊκών ταραχών κατά τους 5ο και 6ο αιώνες, εξαιτίας της μεγάλης συρροής εξαθλιωμένου πληθυσμού, ταραχών που κατέληγαν σε οξύτατους κοινωνικούς αγώνες παίρνοντας συνήθως τη μορφή των αιρέσεων. Οι συνθήκες διαβίωσης στις μεγαλουπόλεις χειροτέρευαν πολύ γρηγορότερα από τα όποια μέτρα — συνήθως αστυνομικά — έπαιρνε το κράτος. Η Θεσσαλονίκη θα διατηρήσει τη σημασία της στα Βαλκάνια ως κέντρο, όπου θα συρρέουν βαθμιαία οι πρόσφυγες (απόφυγοι) από όλες τις επαρχίες που πλήττονται από τις σλαβικές εισβολές και επιδρομές. Στην Κωνσταντινούπολη, αν τα πράγματα εμφανίζονται πιο ελπιδοφόρα, επειδή πρόκειται για την πρωτεύουσα, ο κόσμος που ολοένα συρρέει εκεί δεν έχει χρήματα για να στεγαστεί, ενώ οι πλούσιοι χτίζουν ανάκτορα «εις ύβριν και τρυφήν, όρον ουκ έχουσαν», λέει ο Προκόπιος. Τον Ιανουάριο του 532, στη γνωστή Στάση του Νίκα, θα σφαγούν 35.000 άνθρωποι σε έναν ιππόδρομο 50.000 θέσεων και θα επικρατήσει γενικός τρόμος. Ήδη, από τα τέλη της βασιλείας του Ιουστινιανού, θα σταματήσουν τελείως οι νέες οικοδομές — φαινόμενο που είναι γενικό σε ολόκληρη την αυτοκρατορία — και η κοινωνική ζωή κάμπτεται. Τον 7ο αιώνα, σταματούν τελείως και οι επισκευές, πέρα από ορισμένα τείχη (Σμύρνη, Άγκυρα). Το 626, στην ασφυκτική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Αβαροσλάβους, καταστρέφεται το μεγάλο υδραγωγείο του Ουάλεντος, το οποίο δεν θα επισκευαστεί παρά εκατόν σαράντα χρόνια αργότερα, επί Κωνσταντίνου Ε'. Ο πληθυσμός της πρωτεύουσας, αν φτωχαίνει πολλαπλασιαζόμενος από την αρχή της βασιλείας του Ιουστινιανού ως τα τέλη ίσως του 6ου, μειώνεται αισθητά τον 7ο αιώνα, για να αρχίσει να ανακάμπτει κάπως μόλις κατά τις αρχές του 9ου αιώνα».

* Τηλέμαχος Κ. Λουγγής,
«Η κοινωνία από την Αρχαιότητα στον Μεσαίωνα»
Βυζαντινό κράτος και κοινωνία: Σύγχρονες κατευθύνσεις της έρευνας
Ηρόδοτος, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών 2003,
pp./σσ. 101-103.
[Greek/Ελληνικά, PDF]

No comments: