Η Νέα Ιερουσαλήμ
(Bamberger Apokalypse Folio 55)
(Bamberger Apokalypse Folio 55)
«The concepts of new Israel and chosen people corresponded to two beliefs that the Byzantines held about the place of their society in the world and in history. One was their sense of Orthodoxy, by which they meant not only right belief but also, increasingly from the seventh century, right practice in ritual and worship. The other was their theory of theocracy: the divine institution of the Christian empire, and the Christ-loving emperor’s co-kingship with Christ. Both Byzantine Orthodoxy and Byzantine theocracy were fundamentally incompatible with Judaism. At the base of the orthodoxy defined by the early Church councils were the doctrines of the Trinity, and the Virgin Birth, Crucifixion, and Resurrection of Christ as the incarnate God; Orthodoxy also came to embrace the cult of the Virgin Mary, the veneration of icons, and reverence for the monastic life. All these features of Christianity were strenuously rejected by the Jews, as by Islam. Byzantine theocracy was based on the principle that the Christian empire was the earthly manifestation and anticipation of the kingdom of Christ, which superseded all other terrestrial realms; in other words, it was the messianic kingdom announced by the Old Testament prophets and awaited by the Jews along with the true Anointed of God. It is thus not surprising that the three most forceful medieval expressions of the theocratic argument that the Christian empire is not the fourth, iron kingdom of Daniel’s prophecy, but the eternal “fifth monarchy,” all occur in the context of refutations of the Jews. The need to refute Jewish messianic expectations based on the Bible also helps to explain why Byzantine apocalyptic texts foresee such a negative role for the Jews in the Last Things, as the supporters of Antichrist (i.e., their “false Messiah”), and as the obdurate Christ-killers who refuse to recognize the Supreme Judge until it is too late.»
«Οι αντιλήψεις περί νέου Ισραήλ και εκλεκτού λαού βρήκαν το αντίστοιχό τους σε δύο πεποιθήσεις τις οποίες διακρατούσαν οι Βυζαντινοί σχετικά με τη θέση της κοινωνίας τους στον κόσμο και στην ιστορία. Η μία αφορούσε το αίσθημα Ορθοδοξίας, με την οποία δεν εννοούσαν μόνο το ορθό πιστεύω αλλά επίσης, όλο και περισσότερο από τον έβδομο αιώνα και έπειτα, την ορθή πρακτική στο τελετουργικό και τη λατρεία. Η άλλη ήταν η θεωρία περί θεοκρατίας: το θεϊκό καθίδρυμα της χριστιανικής αυτοκρατορίας και η συμβασιλεία του χριστολάτρη αυτοκράτορα μαζί με τον Χριστό. Αμφότερες η Βυζαντινή Ορθοδοξία και η Βυζαντινή θεοκρατία ήταν ριζικά ασύμβατες με τον Ιουδαϊσμό. Στη βάση της ορθοδοξίας όπως ορίστηκε από τις πρώιμες εκκλησιαστικές συνόδους ήταν τα δόγματα της Τριάδας και της Παρθενογέννησης, της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού ως ενσαρκωθέντος Θεού· η Ορθοδοξία επίσης κατέληξε στην υιοθέτηση της λατρείας της Παρθένου Μαρίας, της τιμητικής ευλάβειας προς τις εικόνες και της τιμητικής ευλάβειας προς τον μοναστικό βίο. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά του Χριστιανισμού απορρίπτονταν σθεναρά από τους Ιουδαίους, όπως επίσης και από το Ισλάμ. Η βυζαντινή θεοκρατία βασιζόταν στην αρχή ότι η χριστιανική αυτοκρατορία αποτελούσε την επίγεια έκφραση και προεικόνιση της βασιλείας του Χριστού, η οποία αντικατέστησε όλα τα άλλα γήινα βασίλεια· με άλλα λόγια, ήταν η μεσσιανική βασιλεία που ανήγγειλαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και ανέμεναν οι Ιουδαίοι μαζί με τον αληθινό Χρισμένο του Θεού. Δεν προκαλεί συνεπώς έκπληξη ότι οι τρεις πιο δυναμικές μεσαιωνικές εκφράσεις του θεοκρατικού επιχειρήματος ότι η χριστιανική αυτοκρατορία δεν είναι η τέταρτη, σιδερένια βασιλεία της προφητείας του Δανιήλ, αλλά η αιώνια «πέμπτη μοναρχία», όλες εμφανίζονται εν μέσω έργων που αντέκρουαν τους Ιουδαίους. Η ανάγκη για να αντικρουστούν οι ιουδαϊκές μεσσιανικές προσδοκίες που βασίζονταν στη Βίβλο βοηθάει επίσης στην εξήγηση του λόγου για τον οποίο τα βυζαντινά αποκαλυπτικά κείμενα προβλέπουν έναν τόσο αρνητικό ρόλο για τους Ιουδαίους κατά τα Έσχατα, ως υποστηρικτών του Αντιχρίστου (δηλαδή, του «ψευδομεσσία» τους) και ως πεισματικών Χριστοκτόνων που αρνούνται να αναγνωρίσουν τον Υπέρτατο Κριτή πριν να είναι πολύ αργά».
* Nicholas De Lange, Robert Nelson & Paul Magdalino,
The Old Testament in Byzantium
[Η Παλαιά Διαθήκη στο Βυζάντιο],
Harvard University Press, 2009,
pp./σσ. 28, 29.
No comments:
Post a Comment