«Η κολασμένη ζωή δεν είναι μια ιδιαίτερη κατάσταση που την επιβάλλει βάσει ενός νόμου ο Θεός, και μάλιστα σε μια φυλακή κτιστών βασάνων. Ο Θεός, κατά τον Μάξιμο Ομολογητή, λόγου χάρη, αγκαλιάζει αγαθούς και πονηρούς. Οι δεύτεροι δεν μπορούν να τον δουν στη δόξα του, και τον αισθάνονται ως τιμωρό και εχθρικό. Αυτή είναι η «ανεκλάλητη οδύνη» σε αντίθεση προς την «ανεννόητη ηδονή» όσων βλέπουν τη θεία δόξα. Η κατάσταση αυτή των κολασμένων είναι αποκλειστικά δική τους στάση. Ούτε ο Θεός αρνείται ποτέ τη μετάνοια μετά θάνατο· ο Θεός τη δέχεται το δίχως άλλο, γιατί δεν μπορεί να αρνηθεί τον εαυτό του, αλλά, κατά τον Ιωάννη Δαμασκηνό, η ψυχή μετά θάνατο δεν τρέπεται· σκληραίνει στις αχτίδες της θείας δόξας, όπως ακριβώς ο πηλός κατά την εικόνα που μας δίνει ο Μάξιμος Ομολογητής. Απεναντίας οι ψυχές των φίλων του Θεού απαλύνονται μέσα στο φως της θείας δόξας, του ήλιου της δικαιοσύνης, όπως το κερί στις αχτίδες του κτιστού ήλιου. Οι άκρως παραστατικές αυτές εικόνες των πατέρων δείχνουν ερμηνευτικά ποια είναι η κατάσταση της κόλασης. Αδυνατούν λοιπόν οι κολασμένοι να δουν τον Θεό, και επομένως στερούνται την «ακόρεστη θέα». Κι αυτό το πράγμα, λέγει ο Μ. Βασίλειος, είναι μεγάλη στέρηση και ζημιά, που μπορούμε να την καταλάβουμε, αν αναλογιστούμε απλώς τι χάνει εδώ ο τυφλός που δεν βλέπει τον κτιστό ήλιο».
* Νίκος Α. Ματσούκας,
Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β: Έκθεση της ορθόδοξης πίστης σε αντιπαράθεση με τη δυτική χριστιανοσύνη,
εκδ. Πουρναράς, 1985/2009,
σσ. 544, 545.
Contra:
* Σπυρίδων Τσιτσίγκος,
«Κόλαση».
[Ελληνικά, PDF]
No comments:
Post a Comment