John Meyendorff / Ο Ιωάννης Μέγιεντορφ |
«Nevertheless, not only was the hellenic world-view still alive through the writings of ps.-Dionysius—which were universally accepted as an authentic witness of an eminent disciple of St. Paul—but the patristic and conciliar formulations of the trinitarian and christological dogmas bore the indelible mark of the doctrinal struggles of the fourth and fifth centuries. And these struggles had been fought not only for the Christian gospel as such, but for its proper interpretation and expression in terms adopted from Greek philosophy, i.e., such terms as "being" (το είναι), "essence" (ουσία), "nature" (φύσις), "substance" or "person" (υπόστασις), "energy" (ενέργεια), etc. As we saw earlier, the meaning of these terms had been transformed: they acquired in Orthodox theology a dimension and a context which was foreign to Plato, Aristotle, or Plotinus. The words themselves remained Greek, but were now sanctified by patristic and conciliar usage. Their Christian meaning—but also, inevitably, their philosophical history and background—were now inseparable from Holy Tradition.
Furthermore, the writings of the Apologists, whose main point was to assert that Christ was not only the fulfillment of the Old Testament prophets but also of everything that was authentic and true in Greek philosophy, were never disavowed by the Church.»
«Εντούτοις, όχι μόνο παρέμενε ζωντανή η ελληνική κοσμοθεώρηση μέσα στα συγγράμματα του Ψευδοδιονύσιου —τα οποία ήταν αποδεκτά από τους πάντες ως αυθεντική μαρτυρία ενός εξέχοντος μαθητή του Αγ. Παύλου— αλλά και οι πατερικές και συνοδικές μορφοποιήσεις του τριαδολογικού και του χριστολογικού δόγματος έφεραν το ανεξίτηλο σημάδι των δογματικών αγώνων του τέταρτου και του πέμπτου αιώνα. Και αυτοί οι αγώνες δόθηκαν όχι μόνο για το χριστιανικό ευαγγέλιο καθαυτό, αλλά για την ορθή ερμηνεία του και για να εκφρασθεί με όρους υιοθετημένους από την ελληνική φιλοσοφία, πχ, όροι όπως το είναι, ουσία, φύσις, υπόστασις ή πρόσωπο, ενέργεια κλπ. Όπως είδαμε προηγουμένως, η έννοια αυτών των όρων είχε μεταμορφωθεί: απέκτησαν στην Ορθόδοξη θεολογία μια διάσταση και μια συνάφεια η οποία ήταν άγνωστη στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη ή στον Πλωτίνο. Οι λέξεις καθαυτές παρέμειναν ελληνικές, αλλά πλέον καθαγιάστηκαν μέσω πατερικής και συνοδικής χρήσης. Η χριστιανική τους έννοια —καθώς επίσης, αναπόφευκτα, η φιλοσοφική ιστορία και το φιλοσοφικό υπόβαθρό τους— ήταν πλέον αναπόσπαστη από την Ιερή Παράδοση.
Επιπλέον, τα συγγράμματα των Απολογητών, τα οποία είχαν ως επίκεντρο το ισχυρισμό ότι ο Χριστός δεν ήταν μόνο η εκπλήρωση των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης αλλά και του καθετί που ήταν αυθεντικό και αληθές στην ελληνική φιλοσοφία, ποτέ δεν αποκηρύχθηκαν από την Εκκλησία».
* John Meyendorff,
Catholicity and the church
[Καθολικότητα και εκκλησία],
St Vladimir's Seminary Press, 1983,
p./σ. 43.
No comments:
Post a Comment