άγιος ναός (17:7: «Μες στη θλίψη μου κάλεσα τον Κύριο και φώναξα προς το Θεό μου. Άκουσε από τον άγιο ναό του τη φωνή μου, και η κραυγή μου, που ήταν μπροστά του, μπήκε μέσα στ' αυτιά του»):
Αναφέρεται στον ιερό τόπο που είναι αφιερωμένος στον Θεό. Συνήθως αφορά το ναό της Ιερουσαλήμ, στον οποίο οι Ιουδαίοι πίστευαν πως κατοικεί ο Θεός. Σε κάποιες περιπτώσεις αναφέρεται στην ουράνια κατοικία του Θεού. (Ψλ 101:20) Ειδικότερα, ο όρος δηλώνει το κεντρικό κτίριο του ιερού της Ιερουσαλήμ, όπου η είσοδος επιτρεπόταν μόνο στο ιερατείο. Αυτόν το ναό τον έχτισε ο βασιλιάς Σολομώντας. Επρόκειτο για ένα μακρόστενο κτίριο χωρισμένο σε τρία τμήματα. Τον πρόναο (στα προπύλαια), τον κυρίως ναό (τα Άγια) και το άδυτο (τα Άγια των Αγίων). Ο ναός είχε δύο αυλές. Μια εσωτερική και μια εξωτερική, όπου βρισκόταν και το ανάκτορο του βασιλιά. Ο ναός του Σολομώντα καταστράφηκε από τον Ναβουχοδονόσορα στα 587 Π.Κ.Χ. Μετά την επιστροφή από τη Βαβυλώνα κατασκευάστηκε ο δεύτερος ναός, ο ναός του Ζοροβάβελ, τον οποίο αντικατέστησε ο Ηρώδης ο Μέγας με ένα μεγαλοπρεπές κτίριο που τελείωσε γύρω στο 64 Κ.Χ. Το κτίριο αυτό καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τους Ρωμαίους το 70.
αίμα (9:13: «Γιατί, αν και απαίτησε το λόγο θυμήθηκε το αίμα τους, δεν ξέχασε τη φωνή των φτωχών»· 29:10: «Τι ωφέλεια θα υπάρξει από το αίμα μου αν κατεβώ στη φθορά; Μήπως θα σε δοξάσει το χώμα ή θ' αναγγείλει την αλήθεια σου;»):
Το αίμα στην ΠΔ δεν δηλώνει ποτέ τη συγγένεια. Η φράση «σάρκα και οστά» δηλώνει τη συγγένεια και το σώμα --ενώ «σάρκα και αίμα» δηλώνει το άτομο. (Γε 2:23· 29:14· Κρ 9:2· 2Βσ 19:13) Δηλώνει κυρίως τη ζωή και το θάνατο του ατόμου ή του ζώου. Στον πληθυντικό η λέξη χρησιμοποιείται όταν γίνεται λόγος για δολοφονία. (Ησ 1:15· 2Βσ 16:8· 3Βσ 2:5, 32) Αλλά και στον ενικό ο όρος μπορεί να έχει την ίδια σημασία. (Γε 9:6· Ιεζ 18:10) Το αίμα του θύματος, στην περίπτωση που είναι αθώο, πέφτει πάνω στο κεφάλι του υπεύθυνου για το θάνατό του. (Κρ 9:24· 2Βσ 3:28) Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης ως συνώνυμο του πολέμου. (Ιεζ 5:17) Συνδέεται, επίσης, με την έννοια του ακάθαρτου. (Λευ 12:2· 15:19) Το αίμα συμβολίζει τη ζωή, η οποία ανήκει στο Δημιουργό, ο οποίος διατηρεί το δικαίωμα ενίοτε να την απαιτεί. (Γε 9:5· Ψλ 9:13· 71:14) Το αίμα για τον Ιουδαίο περιέχει τη ζωή, είναι ο φορέας της ζωής. Σ' αυτό το πλαίσιο παρουσιάζεται στην ΠΔ ο προστάτης της φυλής («ο εκδικητής του αίματος», Εβρ. γκο’έλ χαντάμ), ο οποίος οφείλει να εκδικηθεί σε περίπτωση διάπραξης φόνου, χύνοντας ο ίδιος το αίμα του φονιά. (Γε 9:6· Αρ 35:16) Απαγορεύεται η βρώση αίματος. (Λευ 17:10· Δευ 12:16, 23) Ευρύτερα το αίμα συνδέεται κατά κύριο λόγο με τις θυσίες. Συμβολίζε τη ζωή του ζώου και κατ' επέκταση το άτομο που προσφέρει τη θυσία. Το αίμα στην ΠΔ προστατεύει τον πιστό και τον καθαίρει. (Εξ 4:24· 12:7· 13:22· Λευ 14:4· Εξ 29:20) Το «αίμα της διαθήκης» χρησιμοποιείται όταν κλείνονται συμφωνίες («διαθήκες»). (Εξ 24:3) Οι συνέπειες που επέρχονται σε περίπτωση αθέτησης της συμφωνίας είναι πολύ σοβαρές. Σύμφωνα με την ΠΔ, οι νεκροί δεν μπορούν να υμνήσουν τον Θεό, επειδή δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα επικοινωνίας μαζί του.
γενεά (11:8: «Συ, Κύριε, θα μας προφυλάξεις, θα μας προστατεύεις απ' αυτή τη γενιά αιώνια»):
Ο όρος γενεά στην ΠΔ δηλώνει το σύνολο των ανθρώπων που ζουν τον ίδιο καιρό στα πλαίσια μιας οικογένειας ή ακόμη και ενός έθνους. Δηλώνει συχνά χρονική διάρκεια, που δεν έχει το ίδιο μήκος. Στον Ησ 38:12 σημαίνει τη διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής. Στους Αρ 32:13 δηλώνεται πως χρειάζονται 40 χρόνια για να περάσει μια γενιά. Στο 4Βσ 10:30 αναφέρεται ότι 4 γενιές καλύπτουν 70 χρόνια. Στη Γε 15:13, 16 μια γενιά φαίνεται πως διαρκεί έναν αιώνα. Εκφράσεις όπως «από γενιά σε γενιά» ή «πάσαι αι γενεαί» δηλώνουν χρονική διάρκεια που πάει πολύ πίσω στο παρελθόν, ή γεγονότα που τοποθετούνται σ' ένα μέλλον, του οποίου το τέλος δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί. Στην ΚΔ η έκφραση «η γενεά αυτή» δηλώνει τις πιο πολλές φορές τους συγχρόνους του Ιησού και των πρώτων χριστιανών Ιουδαίους.
γιος ή κόρη (4:3: «Γιοι των ανθρώπων, μέχρι πότε θα έχετε σκληρή καρδιά; Γιατί αγαπάτε τη ματαιότητα και ζητάτε το ψεύδος;»):
Η αναφορά εδώ γίνεται στους κατηγόρους του ψαλμωδού. Στα Εβρ. και στα Αραμ. οι λέξεις που μεταφράζονται ως γιος και κόρη δηλώνουν πολλές φορές έννοιες που διαφέρουν από τη σχέση των γονέων με τα παιδιά τους. Έτσι, μπορεί να δηλώνουν πως το συγκεκριμένο άτομο ανήκει σε μια εθνική, γεωγραφική, ή και επαγγελματική ομάδα. Με τον όρο προσδιορίζονται ακόμη και πιο γενικές κατηγορίες ανθρώπων, όπως οι προφήτες (Αμ 7:14), οι αρωματοποιοί (Νε 3:8), οι ψάλτες (2Εσδ 22:28) ή ακόμη και οι επαναστάτες (Αρ 17:25). Αλλά και ο βασιλιάς ή και ολόκληρο το έθνος Ισραήλ ονομάζεται πολλές φορές γιος του Θεού. Η φράση «γιος του ανθρώπου» θα μπορούσε τις περισσότερες φορές στην ΠΔ να μεταφραστεί ως άνθρωπος.
γραμματέας (44:2: «Η καρδιά μου ξεχείλισε από ωραία λόγια, στο βασιλιά αναφέρω τα έργα μου. Η γλώσσα μου σαν καλάμι ταχυγράφου γραμματέα.»):
Ο όρος αναφέρεται σε αξιωματούχο που έχει την ικανότητα να καταγράφει προϊόντα, μπορεί να γράψει και να αποστείλει μια επιστολή, να γνωστοποιεί διαταγές του βασιλιά ή να συνθέτει κώδικες, χρονικά ή διεθνείς συνθήκες. Από την εποχή που ανακαλύφθηκε η γραφή (3150 Π.Κ.Χ.) ο ρόλος τους στην κοινωνία της Ανατολής ήταν σημαντικός. Την εποχή του Δαβίδ και του Σολομώντα ο γραματέας ήταν ένας από τους 6 σημαντικούς υπαλλήλους του βασιλιά. Κάτι αντίστοιχο με το αξίωμα του σημερινού υπουργού. Τον καιρό εκείνο βοηθούσε στους λογαριασμούς του ναού, συνέτασσε δικαστικές πράξεις, διαθήκες, συμβόλαια ή ακόμη και πράξεις διαζυγίου. Από την εποχή της αιχμαλωσίας και εξής το αξίωμα εξελίχθηκε στον Ισραήλ. Ο γραμματέας ασχολούνταν κυρίως με τη μελέτη του νόμου, την ερμηνεία και εφαρμογή του. Συνεπώς, ο ρόλος τους στον Ιουδαϊσμό ήταν σημαντικός. Κάτι αντίστοιχο με το ρόλο των προφητών τον καιρό της βασιλείας. Ήταν αυτοί που ισχυρίζονταν πως κατέχουν και φυσικά ερμηνεύουν το θέλημα του Θεού. Ο ρόλος τους στη σοφιολογική γραμματεία είναι προφανής.
διαθήκη (24:10: «Όλοι οι δρόμοι του Κυρίου είναι έλεος και αλήθεια γι' αυτούς που επιζητούν τη διαθήκη και τις εντολές του»):
Ο όρος διαθήκη είναι terminus technicus που δηλώνει μια ορισμένη συμφωνία. Οι πιο συχνές παραθέσεις του όρου σχετίζονται με διαθήκες που κλείνει ο Θεός με τον άνθρωπο. Η πρώτη διαθήκη κλείνεται με τον Νώε και σχετίζεται με ολόκληρη την ανθρωπότητα. (Γε 9:9-17) Ακολουθεί η διαθήκη με τον Αβραάμ (Γε 15:18), το Μωυσή και το λαό του (Εξ 19:5, 6) αλλά και τον Δαβίδ (Ψα 88:4, 5). Στην ΠΔ η σύναψη συμφωνίας συνοδεύεται με υποχρεώσεις τις οποίες και τα δύο μέρη πρέπει να τηρήσουν. Προβλέπονται κατάρες για αυτόν που δεν θα κρατήσει το λόγο του. Μερικές φορές υπάρχει ακόμη και λατρευτική τελετή. (Γε 15:9-19· Εξ 24:3-8· Ιερ 34:13-22 ΜΚ, 41:13-22 Ο')
δίκαιος-δικαιοσύνη (13:5: «Εκεί δείλιασαν από φόβο, όπου δεν υπήρχε φόβος, γιατί ο Θεός κατατάσσεται με τη γενιά των δικαίων»):
Ο όρος τσεντακά στην ΠΔ δηλώνει γενικά τη συμφωνία με ένα μέτρο που είναι αποδεκτό από όλους, μέτρο που σχετίζεται με τη θρησκεία, την ηθική, το έθος ή και την καλή αίσθηση των πραγμάτων. Για τον κόσμο του εμπορίου, δίκαια είναι τα σωστά μέτρα και σταθμά. Έξω από τα πλαίσια της θρησκείας ή της ηθικής, η βροχή «κατά τη δικαιοσύνη» είναι η βροχή που πέφτει τον καιρό που χρειάζεται στους γεωργούς. (Ιωλ 2:23) Στον Βιβλικό μονοθεϊσμό το κατ' εξοχήν μέτρο είναι ο Θεός και ο νόμος του. (Ησ 42:1) Η δικαιοσύνη του Θεού συγκρίνεται με την κρίση που απονέμει ένας σωστός δικαστής, ο οποίος έχει ως καθήκον να «κάνει να βγει δίκαιο». (Ησ 42:1· Αββ 1:4) Συνεπώς, χρέος του είναι να διακρίνει ανάμεσα στον δίκαιο, δηλαδή τον αθώο, και στον κακό, δηλαδή αυτόν που έχει άδικο. (Δευ 25:1· 2Βσ 15:4· Παρ 17:15· 3Βσ 3:16) Επιπλέον οφείλει να φροντίζει ώστε να εκτελείται η ποινή που τυχόν επιβάλεται. Με άλλα λόγια, δίκαιος κριτής δεν είναι μόνο αυτός που βλέπει και μιλάει σωστά, αλλά ακόμη αυτός που απονέμει στον καθένα ανάλογα με τις πράξεις του. Η δικαιοσύνη του Θεού σχετίζεται με την επέμβαση του στην ιστορία, έτσι όπως την αντιλαμβάνεται με τα μάτια της πίστης ο άνθρωπος. Ο Θεός επεμβαίνει στην ιστορία για να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις του και να κάνει σεβαστούς τους νόμους του. Ιδανικό πρότυπο δίκαιου κριτή θεωρείται ο βασιλιάς, ο οποίος δέχεται τη δύναμη και τη διάκριση από τον Θεό. (Ησ 32:1· 33:5· Ψλ 88:15· 96:2) Στην ΠΔ δίκαιος θεωρείται εκείνος που είναι αντίθετος του κακού, αυτού δηλαδή που έχει άδικο σε μια δεδομένη στιγμή. Αυτό σημαίνει στην πράξη πως δίκαιος είναι αυτός που ενεργεί σύμφωνα με τα δεδομένα που ο σοφός θεωρεί ως σωστά. Για τη σοφιολογική γραμματεία οι λέξεις δίκαιος και κακός είναι συνώνυμα με τις λέξεις σοφός και ηλίθιος. Όσον αφορά το προφητικό μήνυμα, όπου ο λόγος των προφητών έχει έναν ηθικό χαρακτήρα, δίκαιος δεν είναι αυτός που δεν κάνει κακό στο γείτονά του, αλλά αυτός που προσφέρει και τον βοηθά στις ανάγκες του. Στο θρησκευτικό περιβάλλον, δίκαιος θεωρείται αυτός που ακολουθεί το θέλημα του Θεού. Κάτω από αυτή την προοπτική, για κάποιον ιερέα οι κανόνες καθαρότητας παίζουν το ρόλο τους, ενώ για ορισμένους προφήτες σημαντικό ρόλο παίζει η κοινωνική ηθική. Στη μεσοδιαθηκική γραμματεία τα θετικά γνωρίσματα της δικαιοσύνης καλύπτουν όλο το φάσμα της συμπεριφοράς του πιστού προς τους άλλους. Ο δίκαιος πρέπει να δείχνει έλεος, καλοσύνη, ελεημοσύνη, ευγένεια, αγάπη προς το γείτονα, να προσφέρει χαρά και σοφία, να είναι ειλικρινής, αγνός, πιστός, ανδρείος, σώφρων, κλπ.
δόξα (3:4: «Εσύ, όμως, Κύριε, είσαι βοηθός μου, είσαι η δόξα μου, μου σηκώνεις ψηλά το κεφάλι»):
Η έννοια της δόξας στην ΠΔ σχετίζεται με την έκφραση της αξίας, του πλούτου, της επιτυχίας, της αφθονίας, της δύναμης κάποιου ανθρώπου. Δοξάζω κάποιον σημαίνει αναγνωρίζω τη δύναμή του. Ο όρος μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί και ως προσωπική αντωνυμία, εκφράζοντας έτσι το ίδιο το άτομο. Εκτός από τον άνθρωπο, και ο Ιαχβέ έχει τη δόξα του, μια δόξα που δεν συγκρίνεται με αυτή του ανθρώπου. Η δόξα του Θεού εκφράζεται μέσα από στοιχεία της φύσης, όπως θύελλα ή φωτιά. Δηλώνει την παρουσία του Θεού ανάμεσα στους ανθρώπους και έχει τη μορφή μιας λάμψης που περικλείεται από νέφος. Βρίσκεται ως συνήθως μπροστά από την κιβωτό ή καταλαμβάνει το ναό κατά την τελετή των εγκαινίων. Είναι προφανές πώς πρόκειται για μια μορφή θεοφάνειας.
ευλογία (3:9: «Του Κυρίου είναι η σωτηρία. Η ευλογία σου στο λαό σου.»):
Στον κόσμο της Βίβλου ευλογία είναι όρος που συνδέεται με κάτι το θετικό. Είναι όρος φορτισμένος με κάποια δύναμη που συνδέεται με την ευτυχία του ανθρώπου. Μπορεί να σημαίνει ευτυχία, η οποία προέρχεται όμως ως αποτέλεσμα της ευχής που συνδέεται με την ευλογία. Μπορεί να σημαίνει ακόμη ένα δώρο που κάποιος προσφέρει. Στην ΠΔ ευλογούν κάποιον για να τον χαιρετίσουν. Στην περίπτωση αυτή η ευλογία συνδέεται με μια ευχή για ευτυχία. Το ίδιο γίνεται σε ένα γάμο ή όταν φεύγει κάποιος ταξίδι. Επίσης, ένας κατώτερος ευλογεί τον ανώτερό του. Στην περίπτωση αυτή δείχνει ότι ο άνθρωπος που ευλογεί είναι ευγενικός, έχει καλούς τρόπους και σέβεται και αναγνωρίζει τον ανώτερό του. Το ίδιο συμβαίνει κατά κάποιον τρόπο και στην περίπτωση που ο άνθρωπος ευλογεί τον Θεό. Σε αυτή την περίπτωση η ευλογία ταυτίζεται με τη δοξολογία του Θεού. Πολλές φορές προφήτες ή ιερείς ευλογούν το λαό. Στην περίπτωση αυτή ο λόγος τους έχει ένα πρόσθετο κύρος. Το ίδιο συμβαίνει και με την ευλογία και άλλων σπουδαίων προσώπων, μάλιστα όταν βρίσκονται στα πρόθυρα του θανάτου. Έτσι η ευλογία του πατέρα είναι στοιχείο απαραίτητο για την ευτυχία των τέκνων. Στην ΠΔ ο ίδιος ο Θεός είναι αυτός που ευλογεί τον άνθρωπο. Αυτό το στοιχείο εμφανίζεται σε όλη τη διήγηση της Γένεσης, από τη δημιουργία του κόσμου μέχρι και την ιστορία του Αβραάμ. Η ευλογία του Θεού είναι συνήθως συνώνυμο της υγείας, της γονιμότητας και της ευμάρειας. Συχνά ο Θεός ευλογεί για να ανταμείψει τη δικαιοσύνη, την ηθική και την έκφραση της λατρείας του ανθρώπου προς τον Θεό.
ευλογία-χάρη (66:2: «Ο Θεός ας μας λυπηθεί και ας μας ευλογήσει· ας μας καλύψει η λάμψη του προσώπου του»):
Ως ευλογία εννοείται στην ΠΔ η ανύψωση της ζωής, η χορήγηση ορατών αγαθών, που βεβαιώνουν τη σωτήρια παρουσία του Θεού. Αυτή την ευλογία ο Ισραήλ δεν τη ζητά μόνο για τον εαυτό του, αλλά την επιζητά ως σημείο για να γνωρίσουν το σωστό δρόμο και τα έθνη. Η δοξολογία προς τον Θεό και από τα έθνη έχει τις ρίζες του στην ισραηλιτική και τη σιωνική παράδοση. Η κρίση και των εθνών δεν έχει την έννοια της κατάκρισης αλλά την προσδοκία πως ο Ιαχβέ θα δείξει τη χάρη του και προς τα έθνη.
Ο εβραϊκός όρος hen, ο οποίος αποδίδεται ως χάρη, έχει κυρίως τρέχουσα σημασία και λιγότερο θεολογική. Σημαίνει την εύνοια που απολαμβάνει κάποιος ή που επιδιώκει να αποκτήσει από κάποιον. Τη λέξη με αυτή σημασία τη συναντούμε κυρίως στον εβραϊσμό «εύρον χάριν εν οφθαλμοίς σου». (Γε 6:8· 39:21· Εξ 3:21· 33:12) Η έννοια «κάνω χάρη» όταν αναφέρεται στον Θεό δηλώνει τις ευεργεσίες του απέναντι στον άνθρωπο (Γε 33:5, 11· Ψλ 111:5· Παρ 14:31) και πιο συγκεκριμένα τη συγχώρηση που παρέχει ο Θεός δείχνοντας έτσι την επιείκιά του (Εξ 34:6· Ψλ 85:15· 102:8· 110:4).
Ένας άλλος εβραϊκός όρος, ο όρος hesed, μεταφράζεται μερικές φορές από τους Ο' με τη λέξη «χάρη». Ο όρος όμως αυτός αποδίδεται κυρίως με τη λέξη «έλεος». Σε ορισμένα σημεία έχει τη σημασία της συμπάθειας, της λάμψης ή της εύνοιας. Αλλού δηλώνει πιστότητα, αλληλοστήριξη, ιδίως όταν χρησιμοποιείται σε ένα πλαίσιο κοινωνικό, οικογενειακό ή πολιτικό. (Κρ 8:35· 2Βσ 2:5· 3:8· 16:17) Σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν ορισμένες υποχρεώσεις. Αυτή που κυρίως προβάλλει είναι η πιστότητα του κατώτερου προς τον ανώτερο. Εντούτοις, ο συγκεκριμένος όρος σε πολλές περιπτώσεις ιδιαίτερα ύμνων, παρουσιάζεται ως προσωπική ιδιότητα του Θεού. Έτσι περιγράφεται ως μεγάλος εξαιτίας της πιστότητάς του (Εξ 34:6· Ψλ 85:15) ή ως αυτός που ενεργεί με πιστότητα (Γε 24:12· Εξ 20:6· Δευ 5:10· Ιερ 9:23· 32:18 ΜΚ/38:13 Ο'). Όταν χρησιμοποιείται σε αυτό το πλαίσιο, η λέξη συνδέεται μερικές φορές και με την έννοια του όρου emeth, ο οποίος μεταφράζεται πολλές φορές και ως αλήθεια. (Ψλ 24:10· 25:3· 39:11· 56:4, 11) Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως όλως παραδόξως το έλεος τείνει να προσωποποιηθεί. Ο Θεός σε αυτή την περίπτωση το αποστέλλει και αυτό ενεργεί κατά κάποιο τρόπο αυτόνομα. (βλ. Ψλ 56:4)
καθαρμοί (23:4: «Αυτός που έχει αθώα χέρια και καθαρή καρδιά, η ψυχή του δεν ασχολήθηκε με μάταια πράγματα και δεν ορκίστηκε στο γείτονά του για να εξαπατήσει»):
Στον Ιουδαϊσμό, για να μπορεί κανείς να είναι σε κοινωνία με τον Θεό, θα έπρεπε να βρίσκεται σε κατάσταση καθαρότητας. Μόνο τότε μπορούσε κανείς να μετέχει στη λατρεία. Γινόταν κανείς ακάθαρτος εάν έτρωγε ορισμένες απαγορευμένες τροφές, αν άγγιζε ορισμένα αντικείμενα ή αν είχε επαφή με ανθρώπους που είχαν συγκεκριμένες ασθένειες. Από ηθικής άποψης, ακάθαρτος γινόταν κανείς όταν απομακρυνόταν από τις εντολές του Θεού. Υπήρχε η δυνατότητα να γίνουν καθαρμοί για πρόσωπα, τόπους ή αντικείμενα. Γι' αυτό έπρεπε να ακολουθηθεί ένα συγκεκριμένο τυπικό. (βλ. Λευ 12:6-8· 14:1-32)
καρδιά (4:5: «Οργίζεστε, αλλά μην αμαρτάνετε. Γι' αυτά που λέτε στην καρδιά σας να μετανοείτε όταν πάτε να κοιμηθείτε.»· 50:12: «Φτιάξε μου, Θεέ, μια καθαρή καρδιά και δίκαιο πνεύμα φτιάξε και πάλι μέσα μου»· 63:7: «Ψάξαν για παρανομίες, αλλά χάθηκαν ψάχνοντας· θα 'ρθει κάποιος με μεγάλη καρδιά»):
Στην ΠΔ η λέξη καρδιά δηλώνει το εσωτερικό του ανθρώπου. Εκτός από τα αισθήματα, η καρδιά περικλείει τις αναμνήσεις, τις ιδέες, τα σχέδια και τις αποφάσεις του ανθρώπου. (2Βσ 15:13· Ησ 65:14) Ανάλογα με τα συμφραζόμενα η έννοια της λέξης μπορεί να περιορίζεται στη διανοητική πλευρά, να φθάνει ως το κέντρο της ύπαρξης, εκεί όπου ο άνθρωπος διαλέγεται με τον εαυτό του και αναλαμβάνει τις ευθύνες του. (Γε 17:17· Δευ 7:17) Στην ανθρωπολογία της ΠΔ η καρδιά του ανθρώπου είναι η ίδια η πηγή της της προσωπικότητάς του, ο τόπος όπου ο άνθρωπος συναντά τον Θεό. Ο πιστός ζητά από τον Θεό μια νέα δημιουργία για τον εσωτερικό του κόσμο. Ζητά μια «καθαρή καρδιά» που θα του δώσει νέα ύπαρξη. Αλλά και «ένα δίκαιο πνεύμα» που θα τον καθοδηγεί στο δρόμο που χάραξε ο Ιαχβέ. Η καρδιά για τον κόσμο της ΠΔ είναι το κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης, εκεί εδράζονται τα αισθήματα, οι σκέψεις και το θέλημα του ανθρώπου. Το πνεύμα είναι η δύναμη που καθαρίζει το εσωτερικό του ανθρώπου και τον φέρνει κοντά στον Θεό. Η εξάρτηση του ψαλμού στο συγκεκριμένο σημείο από τους προφήτες Ιερεμία και Ιεζεκιήλ είναι προφανής. Η καρδιά σχετίζεται με τη σκέψη και τη θέληση του ανθρώπου.
νεφρά, κοιλιά ή εντόσθια (7:10: «Ας πάρει τέλος η πονηριά των αμαρτωλών, και θα κατευθύνεις τον δίκαιο, Θεέ, δοκιμάζοντας καρδιές και νεφρά»· 39:9: «Να πραγματοποιήσω θέλησα το θέλημά σου, Θεέ μου, και το νόμο σου που βρίσκεται μέσα μου»· 63:7: «Ψάξαν για παρανομίες, αλλά χάθηκαν ψάχνοντας· θα 'ρθει κάποιος με μεγάλη καρδιά»):
Η λέξη καρδιά για τον Εβραίο εκφράζει τα αισθήματα και το κουράγιο του. (Εξ 4:14· Κρ 16:15· 1Βσ 2:1· 2Βσ 7:27· 17:10) Πολλές φορές χρησιμοποιείται για να εκφράσει και την εξυπνάδα. Είναι το όργανο με το οποίο ο άνθρωπος παίρνει αποφάσεις. (Εξ 35:21, 26· 1Βσ 14:7· Ησ 63:4) Έτσι, εκφράσεις όπως «σκληρύνω την καρδίαν» σημαίνουν θα κάνω τον ξεροκέφαλο. (Εξ 4:21) Με μεταφορική σημασία, καρδιά σημαίνει το κέντρο του ουρανού ή της θάλασσας. (Δευ 4:11· 15:8) Στα Εβραϊκά το συναίσθημα εκφράζεται με τις λέξεις νεφρά, κοιλιά ή εντόσθια. Η κοιλιά ή τα εντόσθια δηλώνουν για τον Εβραίο τον εσωτερικό κόσμο, το συναίσθημα του ανθρώπου. Όπως και η καρδιά, τα νεφρά δεν είναι απλώς όργανα του ανθρώπου αλλά είναι ταυτόχρονα φορείς πνευματικών και ψυχικών ικανοτήτων. Ενώ η καρδιά σχετίζεται με τη σκέψη και τη θέληση του ανθρώπου, τα νεφρά συνδέονται με το συναίσθημα και τη συνείδηση.
όνομα (5:12: «Κι ας ευφρανθούν όλοι όσοι ελπίζουνε σ' εσένα, θα χαίρονται αιώνια, θα στήσεις τη σκηνή σου ανάμεσά τους. Όλοι όσοι αγαπούν το όνομά σου, θα καυχώνται για σένα.»· 8:2: «Κύριε, Κύριέ μας, τι θαυμαστό που είναι το όνομά σου σ' ολόκληρη τη γη! Γιατί, η μεγαλοπρέπειά σου ξεπέρασε τους ουρανούς.»):
Σε όλη την αρχαία Μέση Ανατολή το όνομα καθόριζε την ουσία ενός πράγματος. Το να ονοματίσεις αυτή την ουσία σήμαινε ότι τη γνωρίζεις και κατά συνέπεια μπορείς να έχεις εξουσία πάνω της. Αν στον παράδεισο ο Θεός επιτρέπει στον πρώτο άνθρωπο να ονοματίσει τα ζώα είναι επειδή τα θέτει κάτω από την εξουσία του. (Γε 2:19· 1:28) Αν επρόκειτο για κάποιο πρόσωπο, η γνώση του ονόματός του σήμαινε ότι ήταν δυνατόν να το βλάψεις ή να του κάνεις καλό. Ο Θεός αναγνωρίζει το Μωυσή από το όνομά του. (Εξ 33:12-17) Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον πιστό να γνωρίζει το αληθινό όνομα του Θεού του. (Εξ 3:13-15· Γε 32:30) Επειδή το όνομα καθορίζει την ουσία, αποκαλύπτει το χαρακτήρα και το πεπτρωμένο αυτού που το φέρει. Μια ιδιαίτερη κατηγορία ονομάτων στον αρχαίο Ισραήλ είναι τα θεοφόρα ονόματα. Αυτά εκφράζουν μια θρησκευτική ιδέα, τη δύναμη ή το έλεος του Θεού, τη βοήθεια που αναμένει κανείς από αυτόν ή το αίσθημα της συγγένειας μαζί του.
Όταν η ΠΔ αναφέρεται στο όνομα του Θεού χρησιμοποιεί ως συνήθως το τετραγράμματο ΙΧΒΧ (YHWH). Η ιουδαϊκή παράδοση από σεβασμό στο όνομα του Θεού δεν προφέρει το όνομά του. Ήδη ο Δευτερονομιστής χρησιμοποιώντας το θεολογούμενο του ονόματος, δηλώνει πως το όνομα του Θεού είναι παρόν στο ναό. Με αυτό τον τρόπο το όνομα του Θεού εκφράζει μια μορφή θεοφάνειας. Οι πιστοί μπορούν να πάνε στο ναό για να το επικαλεστούν, να το δοξάσουν και να το αγιάσουν.
Η γνώση του ονόματος του Θεού για τους λαούς της αρχαίας Μέσης Ανατολής είναι απαραίτητη προκειμένου να αποδοθεί λατρεία. Αυτό ισχύει και για τον Ισραήλ. Σε αντίθεση, όμως, με τις αντιλήψεις των υπόλοιπων σημιτικών λαών το όνομα του Θεού του Ισραήλ δεν έχει μαγικές ιδιότητες. Είναι ένα δώρο που δόθηκε με την αποκάλυψη και η επίκλησή του σημαίνει την άμεση επέμβαση και παρουσία του Ιαχβέ. Με τον Δευτερονομιστή η έννοια του ονόματος αποκτάει ιδιαίτερη σπουδαιόητα και αναπτύσσεται το θεολογούμενο του ονόματος. Πρόκειται για τη θεώρηση ότι το όνομα του Θεού είναι παρόν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Η ραββινική γραμματεία σημειώνει μια περαιτέρω εξέλιξη του όρου. Το όνομα καθίσταται υπόσταση, όπως το πνεύμα, η σοφία και ο λόγος.
όρος Κυρίου (2:6: «Εμένα πάλι με όρισε αυτός βασιλιά στη Σιών, το άγιό του όρος»· 23:3: «Ποιος θα ανεβεί στο όρος του Κυρίου, και ποιος θα σταθεί μπροστά στον άγιό του τόπο;»):
Τό όρος του Κυρίου πιστεύεται πως βρισκόταν αρχικά στο Σινά. Η παράσταση αυτή συνδέεται με τη σιναϊτική παράδοση, και πιο συγκεκριμένα με την παράδοση του Νόμου στο Μωυσή. (Εξ 24:12-18· Δευ 33:2) Όταν, όμως, ο Σολομών έκτισε το ναό στο λόφο Σιών μεταφέρθηκε εκεί ο τόπος που πιστευόταν ότι κατοικούσε ή έμενε ο Θεός. Ο άνθρωπος ανέβαινε λοιπόν στο όρος του Κυρίου για να ακούσει, να συναντήσει και να λατρεύσει το Θεό του. Η σιναϊτική παράδοση έδωσε τη θέση της στη σιωνική παράδοση. Εκεί πρόκειται να συγκεντρωθούν όλα τα έθνη για να προσκυνήσουν το χριστό Κυρίου. (βλ. Ψλ 47:2· Ησ 2:1-3· 11:9· 24:23· 56:7· Ιωλ 3:5· Ζαχ 14:16-19· πρβλ. Εβρ 12:22· Απ 14:1· 21:1)
Το όρος Κυρίου και ό άγιός του τόπος είναι στην ουσία ταυτόσημοι όροι και συνδέονται με τη σιωνική παράδοση. Η παράδοση αυτή θεωρεί το λόφο Σιών τόπο όπου ο Ιαχβέ έχει το θρόνο του. Όσο υπάρχει ο ναός του Σολομώντα, ο θρόνος του Θεού βρίσκεται μέσα στο ναό. Με την καταστροφή του 587 Π.Κ.Χ. ο θρόνος παραμένει στο λόφο Σιών. Όταν ανοικοδομείται ο δεύτερος ναός του Ζοροβάβελ, αλλά και όταν αντικαθίσταται από το μεγαλόπρεπο κτίριο του Ηρώδη, εννοείται ότι ο θρόνος του Ιαχβέ μεταφέρεται εκεί. Όταν καταστρέφεται και ο τελευταίος ναός, η Σιών γίνεται ο τόπος όπου ο Ιαχβέ θα έρθει κατά την ημέρα του Κυρίου και θα στήσει και πάλι το θρόνο του για να κρίνει όλα τα έθνη.
πνεύμα (17:16: «Έγιναν ορατές οι πηγές των υδάτων, και ξεσκεπάστηκαν τα θεμέλια της οικουμένης, απ' την επίκρισή σου, Κύριε, κι από το φύσημα του ανέμου της οργής σου»):
Η εβραϊκή λέξη ruah αποδίδεται συνήθως στην Ο' και την ΚΔ με λέξη πνεύμα. Η λέξη αυτή πρωταρχικά σημαίνει εμφύσημα ή άνεμος. Τις περισσότερες φορές η λέξη δηλώνει κίνηση και ζωή που προέρχεται από τη μυστηριώδη ενέργεια του Θεού. Η ζωή του ανθρώπου ή και του ζώου προέρχεται από το πνεύμα του Θεού. (Γε 6:3, 17· 7:17, 22· Ησ 40:7· 42:5· Ιεζ 37· Ψλ 103:29· Ιωβ 27:3· 34:14 κλπ) Με το πνεύμα του ανθρώπου συνδέονται ο εσωτερικός κόσμος του, καθώς και τα συναισθήματα, τα οποία αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ύπαρξης. (Γε 45:27· Εξ 35: 21, 33· Ιη 2:11· 5:1· Ησ 19:3· Ιερ 28:17· Ιεζ 11:19· 36:26· Ψλ 50:12· Παρ 16:2) Ο Θεός προσανατολίζει τον άνθρωπο σε διάφορες ενέργειες στέλνοντάς του το πνεύμα του. (Εξ 28:3· Δευ 34:9· Κρ 9:23· 1Βσ 18:10· 19:9· 3Βσ 22:19· Ησ 4:4· 11:2· 19:14· 29:10) Το πνεύμα του Θεού δίνει τη ζωή στον άνθρωπο, δημιουργεί όμως και ολόκληρο τον κόσμο. (Γε 1:2· Ψλ 32:6) Είναι αυτό που εμπνέει τους ήρωες του Ισραήλ. (Κρ 3:10· 6:34· 11:29· 13:25· 14:6, 19· 15:14· 1Βσ 11:6) Είναι η πηγή έμπνευσης των προφητών. (1Βσ 10:6, 10· 19:20· 2Βσ 23:2· Ησ 11:2· 42:1· 61:1· Ιεζ 2:1· 11:5· Ωσ 9:7· Μιχ 3:8) Με άλλα λόγια, με το πνεύμα του ο Θεός επεμβαίνει διαρκώς στην ιστορία του λαού του. Με αυτό θα κρίνει και θα σώσει το λαό του. (Ησ 32:15· 44:3· Ιεζ 11:19· 18:31· 36:26· 37· Ιωλ 3:1) Αυτή η ελπίδα σωτηρίας της ΠΔ πραγματοποιήθηκε στην ΚΔ με την εμφάνιση του Ιησού Χριστού. Το πνεύμα του Θεού ονομάζεται πια άγιο Πνεύμα. Επίσης, η οργή του Ιαχβέ εκφράζεται με δυνατό πνεύμα-άνεμο που εξέρχεται από τα ρουθούνια του.
πρόσωπο (4:7: «Πολλοί λένε: "Ποιος θα μας δείξει το καλό; Δεχτήκαμε σα σφραγίδα το φως του προσώπου σου, Κύριε".»):
Το πρόσωπο είναι η εξωτερική μορφή ενός πράγματος ή ενός ανθρώπου. (Ψλ 103:30· Γε 2:6) Με αυτό εκφράζονται οι σκέψεις και τα αισθήματα. (Γε 4:5· 31:2) Η έκφραση «το πρόσωπό μου» μπορεί να δηλώνει την προσωπικότητα και την παρουσία, ιδίως όταν γίνεται αναφορά στον Θεό που απευθύνεται στον άνθρωπο. (Ψλ 41:6, 12· 42:5) Ο Ιουδαίος πιστεύει πως είναι αδύνατο στον άνθρωπο να δει τον Θεό. (Εξ 33:20· 34:29-35) Έτσι, ο Θεός τού αποκαλύπτει το φως του προσώπου του. (Ψλ 30:17· 43:4· 79:4) Με τον ίδιο τρόπο ο άνθρωπος αναζητάει το πρόσωπο του Θεού. (Ψλ 23:6· 26:8· Ιωβ 33:26) Η έκφραση «δεχτήκαμε σαν σφραγίδα το φως του προσώπου σου» κατανοήθηκε στην ΚΔ ως αναφορά στην κατ' εικόνα Θεού δημιουργία του ανθρώπου, που δέχτηκε τη σφραγίδα του βαπτίσματος. Με τον τρόπο αυτό ο χριστιανός έγινε «υιός φωτός». (Λου 16:8· Ιωα 8:12· 1Θε 5:5· Εφ 5:8)
ύψιστος Θεός (9:3: «Θα ευφρανθώ και θα χαρώ μ' εσένα. θα ψάλω τ' όνομά σου, Ύψιστε»· 57:2: «Αν λέτε την αλήθεια, απονέμετε και δικαιοσύνη; Κρίνετε σωστά, γιοι των ανθρώπων; [ΜΚ: «Είναι αλήθεια, θεϊκές υπάρξεις, πως όταν μιλάτε για δικαιοσύνη κρίνετε κιόλας σύμφωνα με το δίκαιο των ανθρώπων;»]»· 81:1, 2: «Στάθηκε ο Θεός μες στων θεών τη σύναξη, κι εκεί θεούς θα κρίνει. Ως πότε άδικα θα δικάζετε και θα χαρίζεστε στους αμαρτωλούς;»):
Παράσταση που προέρχεται από τη χαναανιτική μυθολογία. Εκεί ο ύψιστος θεός παρουσιάζεται ως παγκόσμια θεότητα, θεός του ουρανού και θεός-βασιλιάς. Στην ΠΔ ο Ιαχβέ ως ύψιστος Θεός παρουσιάζεται ως κριτής του κόσμου και κύριος όλων των λαών. Η παράσταση αυτή συνδέεται με τη λατρευτική ζωή στην Ιερουσαλήμ, όπου ο Ιαχβέ πήρε από τον Ελ-Ελιών τις ιδιότητες τού βασιλιά και κριτή.
Οι «θεϊκές υπάρξεις» αποτελούν αναφορά σε χαναανιτικές παραστάσει όπου κατώτεροι θεοί του χαναανιτικού πανθέου, κάτω από την εξουσία του Ελ-Ελιών, απονέμουν δικαιοσύνη. Στο χώρο της ψαλμικής ποίησης, οι δυνάμεις αυτές υποτάσσονται βέβαια στον Ιαχβέ και εντάσσονται στην ουράνια αυλή του, παίζουν όμως όσον αφορά την απονομή δικαιοσύνης αρνητικό ρόλο. Δεν είναι η δικαιοσύνη του Ιαχβέ αλλά δικαιοσύνη δαιμόνων αυτή που απονέμουν σύμφωνα με τον ψαλμωδό. (βλ Ψλ 81) Ο ποιητής τούς κατηγορεί ότι μεροληπτούν υπέρω των ασεβών. Η Ο' αποδίδει τη λέξη «θεοί» του ΜΚ ως «υιοί των ανθρώπων».
Ο ψαλμός 81 είναι προαιχμαλωσιακός και αρκετά παλιός καθώς είναι προφανή σε αυτόν τα ίχνη της αντιπαλότητας της χαναανιτικής θρησκείας με τη θρησκεία του Ισραήλ.
φόβος Κυρίου (5:8: «Εγώ πάλι, επειδή είναι μεγάλο το έλεός σου, θα μπω στον οίκο σου και θα προσκυνήσω με φόβο προς εσένα στον άγιο ναό σου»):
Στην αρχαιότητα, η σχέση του πιστού με το θείο και το ιερό παρουσιάζεται πολλές φορές σαν κάτι το θαυμαστό, που ενέχει όμως και ορισμένους κινδύνους για τον άνθρωπο. Ο Ιουδαίος πιστεύει πως αν δει ή ακούσει τον Θεό κινδυνεύει να πεθάνει. (Εξ 20:18· 33:18· Δευ 4:33· 5:23) Το συναίσθημα αυτό προξενεί φόβο στον άνθρωπο. (Γε 28:16· Εξ 3:6) Πολλές προφητείες αρχίζουν συνήθως με την έκφραση «μη φοβάστε», χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι απομακρύνεται κάθε φόβος από τον άνθρωπο. (Ησ 41:10· 43:1, 5· 44:2· 54:4) Ο φόβος του Θεού οδηγεί στην εμπιστοσύνη που δείχνει ο πιστός στον Θεό του. καθώς και στο συναίσθημα της χαράς που νιώθει κοντά του. (Ψλ 39:4· Παρ 14:26· Ψλ 63:10) Τις πιο πολλές φορές δεν έχουμε να κάνουμε με ένα συναίσθημα φόβου, αλλά με το συναίσθημα σεβασμού, λατρείας και υπακοής απέναντι στον Θεό. (Δευ 4:10· 5:29· 6:2) Ένα τέτοιο συναίσθημα μπορεί να συνδεθεί με αγάπη ή με τη βεβαιότητα πως ο Θεός θα προσφέρει τη συγγνώμη του στον πιστό του. (Ψλ 129:4) Σε πολλά κείμενα η έννοια του φόβου του Θεού συνδέεται στενά με ένα θρησκευτικό συναίσθημα πυο βρίσκεται πολύ κοντά στην ευσέβεια. (Ησ 11:2· Ιερ 39:39) Σε σοφιολογικά κείμενα, ο φόβος του Θεού παίρνει μια ηθική διάσταση που σχετίζεται με τη συμπεριφορά του πιστού. (Ψλ 110:10· Παρ 1:7· 14:26)
ψυχή (3:3: «Πολλοί λένε για την ψυχή μου "Δεν υπάρχει σωτηρία γι' αυτόν στο Θεό του"»· 6:4: «Και η ψυχή μου είναι τελείως αναστατωμένη. Αλλά εσύ, Κύριε, μέχρι πότε;»):
Η λέξη ψυχή θα μπορούσε να αποδοθεί και με το «εμένα». Η εβραϊκή λέξη νέφες δηλώνει το ζωτικό στοιχείο του ανθρώπου, υποδηλώνει την ύπαρξή του. Δηλώνει το ζωτικό πενύμα, το στοιχείο που δίνει στον άνθρωπο τη ζωή. Η έκφραση «η ψυχή μου» μπορεί συχνά να αποδοθεί με το «εγώ ο ίδιος».
χερουβίμ (17:11: «Ανέβηκε στα χερουβίμ και πέταξε, πέταξε πάνω στα φτερά των ανέμων»):
Τα χερουβίμ είναι ουράνια όντα που είχαν όψη φτερωτής σφίγγας και αποτελούσαν μέρος της ουράνιας αυλής του Ιαχβέ. Κύριο μέλημά τους είναι η φύλαξη ιερών τόπων. Δύο χερουβίμ βρίσκονται στο άδυτο του ναού. Βρίσκονται ακόμη πάνω στο ιλαστήριο (κάλυμμα) που καλύπτει την κιβωτό της διαθήκης. Από την παράσταση των χερουβίμ εμπνέεται ο προφήτης Ιεζεκιήλ όταν περιγράφει το θεϊκό άρμα. (Ιεζ 1:5) Πάνω σε χερουβίμ φέρεται πως κάθεται ο Ιαχβέ, αποτελούν δηλαδή το θρόνο του. (1Βσ 4:4· 2Βσ 6:2· 4Βσ 19:15)
μια απόπειρα επιστημονικής προσέγγισης της ανθρώπινης θρησκευτικότητας
an attempt for a scientific approach of the human religiosity
"Sedulo curavi humanas actiones non ridere, non lugere, neque detestari, sed intelligere"
(Spinoza, Tractatus Politicus 1:4)
.
Sunday, January 16, 2011
Παλαιοδιαθηκικοί όροι-κλειδιά
στους Ψαλμούς (Ψαλτήριο)
στους Ψαλμούς (Ψαλτήριο)
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment