«The classic view of the history behind the biblical canon is the so-called three-stage theory developed in 1871 by the German scholar Heinrich Graetz and elaborated and disseminated in the works of Frants Buhl, Gerrit Wildeboer, and Herbert E. Ryle. It assumes that the Bible was canonized in three phases: first the Law (Hebrew tôrâ, also known as the five books of Moses, from Genesis through Deuteronomy), then the Prophets (Hebrew nßbî’îm, consisting of the former and the latter prophets; that is, the historical books and the prophetical collections), and finally the Writings (Hebrew kßtûbîm). The entire process took some 500 years and was brought to a close in 100 C.E. by a rabbinical meeting at Jamnia known in the literature as the Council of Jamnia; there the Jewish authorities reached an agreement on the boundaries of the canon.
Today this theory of canonization is no longer in favor with the scholarly community. Its fatal flaw is the alleged Council of Jamnia. A critical reading of the rabbinical sources has led most scholars to conclude that there never was a Council of Jamnia; it is a historical chimera of dubious Christian inspiration. Because the Council of Jamnia is not a historical detail but the cornerstone of the theory, its dismissal disqualifies the theory as a whole. The history of the canonization of the Hebrew Bible has to be written anew. Most biblical scholars are well aware of this challenge, but they are hardly of one mind about the way to handle it.»
[«Η κλασική άποψη για την ιστορία πίσω από τον βιβλικό κανόνα είναι η λεγόμενη θεωρία των τριών σταδιών η οποία αναπτύχθηκε το 1871 από τον Γερμανό λόγιο Χάινριχ Γκρετζ και η οποία επεκτάθηκε και διαδόθηκε στα έργα των Φραντς Μπουλ, Γκέριτ Βίλντεμποερ και Έρμπερτ Ε. Ρίλε. Υποτίθεται ότι η Βίβλος κανονικοποιήθηκε σε τρεις φάσεις: πρώτα ο Νόμος (στα Εβραϊκά τορά, γνωστή επίσης ως τα πέντε βιβλία του Μωυσή, από τη Γένεση ως το Δευτερονόμιο), κατόπιν οι Προφήτες (στα Εβραϊκά νεβιίμ, αποτελούμενο από τους πρώιμους και τους ύστερους προφήτες· δηλαδή, τα ιστορικά βιβλία και τις προφητικές συλλογές), και τελικά τα Συγγράμματα (στα Εβραϊκά κετουβίμ). Η όλη διαδικασία διήρκησε 500 χρόνια και έφτασε στο τέλος της το 100 Κ.Χ. από μια ραβινική συγκέντρωση στην Ιάμνεια που είναι γνωστή στη γραμματεία ως η Σύνοδος της Ιάμνειας· εκεί οι ιουδαϊκές αρχές κατέληξαν σε συμφωνία αναφορικά με τα όρια του κανόνα.
Σήμερα αυτή η θεωρία της κανονικοποίησης δεν υποστηρίζεται πλέον από την κοινότητα των λογίων. Η θανάσιμη αδυναμία της είναι η υποτιθέμενη Σύνοδος της Ιάμνειας. Μια κριτική ανάγνωση των ραβινικών πηγών έχει οδηγήσει τους περισσότερους λόγιους στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε ποτέ Σύνοδος της Ιάμνειας· αποτελεί ιστορική χίμαιρα μιας αμφισβητήσιμης χριστιανικής έμπνευσης. Επειδή η Σύνοδος της Ιάμνειας δεν είναι ιστορική λεπτομέρεια αλλά ο ακρογωνιαίος λίθος της θεωρίας, η απόρριψή της οδηγεί στον αποκλεισμό της θεωρίας στο σύνολό της. Η ιστορία της κανονικοποιήσης της Εβραϊκής Βίβλου πρέπει να ξαναγραφτεί από την αρχή. Οι περισσότεροι βιβλικοί λόγιοι είναι καλά ενήμεροι αυτής της πρόκλησης, αλλά δύσκολα μπορούν να συμφωνήσουν στον τρόπο αντιμετώπισής της».]
* Karel van der Toorn,
Scribal Culture and the Making of the Hebrew Bible
[Η Κουλτούρα των Γραφέων και η Δημιουργία της Εβραϊκής Βίβλου],
Harvard University Press, 2009, pp./σσ. 234, 235.
No comments:
Post a Comment