«Ιάκωβος Παλαιολόγος.
Εγεννήθη περί το 1520 εις Χίον, εκ γονέων σεμνυνομένων επί τη εκ των ομωνύμων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου καταγωγή. Ελθών εις Ιταλίαν προς τελειοτέραν παίδευσιν, ενηγκαλίσθη τας τότε επικρατούσας νέας θρησκευτικάς ιδέας, και θεωρών επικίνδυνον την εκεί διαμονήν, κατέφυγεν εις Γερμανίαν, ευελπιζόμενος ότι ενταύθα ήθελεν εύρει ελευθερίαν συνειδήσεως. Αφού επί τινα χρόνον διήγαγε πλάνητα βίον, αποκατέστη εις Τρανσυλβανίαν, διαδεχθείς τω 1569 τον Ιωάννην Σόμμερ εις την θέσιν εφόρου του γυμνασίου του Κλαουζεμβούργου.
Κατ' εκείνην την εποχήν ήκμαζεν ο Σίμων Βουδναίος [Simon Budneus], περίφημος αιρεσιάρχης, όστις αναπτύξας τας αρχάς του Λαιλίου Σοκίνου [Lelio Socinus] μέχρι των τελευταίων συνεπειών, εθεωρείτο αρχηγός των ημιεβραϊζόντων της Λιθουανίας· ο Βουδναίος μετέβαλλε την τάξιν των εν τοις ευαγγελίοις ιστορουμένων, ηλλοίωσε, διέφθειρε, και εξήλειψε διάφορα της Νέας Διαθήκης μέρη, προς τον σκοπόν ίνα τα πάντα συνηγορήσωσιν υπέρ του συστήματός του. Μη περιορισθείς, ως οι Σοκινιανοί, εις την άρνησιν της θεότητος τού Ιησού και του Αγίου Πνεύματος, υπεστήριζεν ότι ο Χριστός δεν έπρεπε να λατρεύηται, μήτε vα επικαλήται το όνομά του εις τας προσευχάς. Εύρροια λόγου θαυμάσιος συνετέλεσεν ίνα ο Βουδναίος προσηλυτίση πολλούς εν Λιθουανία, Πολωνία, Πρωσσία, και αλλαχού.
Μεταξύ των οπαδών του Βουδναίου ενθερμότερος και επικινδυνωδέστερος εγένετο ο Παλαιολόγος, όστις εφάμιλλος τω αιρεσιάρχη και την παιδείαν και την ευγλωττίαν κατετάραξε πάσαν την Ευρώπην. Τόσον δε αι συνέπειαι της πυρετώδους διδασκαλίας τού Έλληνος εκλόνησαν την κοινήν ησυχίαν, ώστε ο Σοκίνος, όν η νέα αίρεσις εθεώρει αρχηγόν, ηναγκάσθη ν' αποκηρύξη τα διδασκόμενα. Αλλά και η εξουσία δεν εβράδυνε ν' άρη εκ μέσου τον Παλαιολόγον, όστις κρατηθείς ωδηγήθη εις Πάπαν Γρηγόριον ΙΓ', προ πολλού αιτήσαντα την σύλληψίν του. Αχθείς εις Ρώμην παρεδόθη εις το ιεροδικείον, όπερ κατεδίακασεν αυτόν ίνα καή ζων. Ο Παλαιολόγος ωδηγήθη εις τον τόπον της καταδίκης την 22 Μαρτίου 1585. Ο δε Κιάππης αναφέρει, ότι εις την θέαν της παρασκευασμένης πυράς ο Ιάκωβος εκήρυξεν μετάνοιαν διά τα υπό των συγγραμάτων και της διδασκαλίας του προξενηθέντα κακά, ζητήσας και προθεσμίαν εις σκέψιν· και ότι οι ιεροδικασταί βεβαιωθέντες περί της ειλικρινείας τον επανέφερον εις την φυλακήν, ένθα συνέγραψεν έργα τινα αποπνέοντα ευλάβειαν ικανήν και σοφίαν ίσην. Αλλ' οι λόγοι του Κιάππη μη υποστηριζόμενοι και υπό άλλων θεωρούνται αυτόχρημα μύθος.
Το σπουδαιότερον των συγγραμμάτων του Παλαιολόγου είναι —De magistratu politico, τυπωθέν επιμελεία του Σίμωνος Βουδναίου εν Λόσκη της Λιθουανίας 1573. Εις το σύγγραμμα τούτο ο Ιάκωβος ισχυρίζεται, ότι ο Χριστός δεν κατήργησε την πολιτικήν διοίκησιν, και επομένως επιτρέπεται εις πάντα χριστιανόν η εκπλήρωσις πολιτικού υπουργήματος. Ο Γρηγόριος Παύλης απήντησεν εν ονόματι της συνόδου της Ρακοβίας, και ο Παλαιολόγος ανταπήντησεν εμμένων εις τα ιδέας του. Την ανταπάντησιν ταύτην ανέτρεψεν ο Σοκίνος εν ονόματι της συνόδου, γράψας —Responsionem ad Iacobi Palaeologi librum. Ο Παλαιολόγος έγραψεν αναιρετικήν της ανατροπής του Σοκίνου —Defensionem verae sententiae de magistratu politico. Losci, 1580».
* Κωνσταντίνου Ν. Σάθα,
Νεοελληνική Φιλολογία : Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων, από της καταλύσεως της βυζαντινής αυτοκρατορίας μέχρι της ελληνικής εθνεγερσίας (1453-1821), (επίσης εδώ)
Εν Αθήναις 1868, σσ. 195, 196.
No comments:
Post a Comment